Category Archives: Εκδηλώσεις
Σάββατο 17/10, βιβλιοπαρουσίαση – εκδήλωση, στις 19:00, στην Κατάληψη Βύρωνος 3, ” Οι Αναρχικοί στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο”
funk abstract hip hop reggae, Σάββατο 19/09/2020, στις 21:30, στο παρκάκι της κατάληψης Βύρωνος 3
JAMAICAN SKA, 2 TONE SKA, SOUL & FUNK BAR, ΣΑΒΒΑΤΟ 05/09/2020, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΠΑΡΚΑΚΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΒΥΡΩΝΟΣ 3
Προβολή της ταινίας ”13 TZAMETI”, Τρίτη 25/08/2020, στις 21:30, στο παρκάκι της κατάληψης Βύρωνος 3
13 Tzameti
του Gela Babluani
Γυρισμένη σε ασπρόμαυρο η ταινία είναι ένα θρίλερ που εστιάζει σ’ ένα νεαρό που επιχειρεί μια κάθοδο στον υπόκοσμο. Διαποτισμένη από ένταση και αγριότητα, η αφήγηση δημιουργεί μια αγωνιώδη και εφιαλτική ατμόσφαιρα.
Ο εικοσάχρονος Sebastien έχει μεταναστεύσει από τη Γεωργία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης στη Γαλλία μαζί με την οικογένειά του. Ζουν μια δύσκολη ζωή και καθημερινά αγωνίζονται να βρουν κάποια δουλειά για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Μια μέρα ένας άνδρας, ο οποίος είναι εθισμένος στη μορφίνη, προσλαμβάνει τον Sebastien για να επισκευάσει τη στέγη του σπιτιού του. Καθώς ο Sebastien επιδιορθώνει τη στέγη, κρυφακούει μια συνομιλία του στην οποία αναφέρεται σε μια ευκαιρία που του έχει παρουσιαστεί και από την οποία ελπίζει να κερδίσει πολλά λεφτά. Όταν ο άνδρας πεθαίνει ξαφνικά από υπερβολική δόση, ο Sebastien βρίσκει τυχαία έναν φάκελο στον οποίο υπάρχουν οδηγίες και ένα εισιτήριο. Τότε αποφασίζει να πάρει τη θέση του πεθαμένου. Από αυτή τη στιγμή και μετά για τον Sebastien δεν υπάρχει επιστροφή…
Ο σκηνοθέτης Gela Babluani δηλώνει σχετικά με την ταινία: «Πιστεύω ότι όταν κάποιος αποφασίζει να κάνει μια ταινία σαν αυτή τότε ήδη έχει μέσα στο μυαλό το την βασική της ιδέα. Νομίζω ότι τέτοιες ιδέες προέρχονται από τις προηγούμενες εμπειρίες σου, το χαρακτήρα σου, απ’ αυτά που σε ενδιαφέρουν και απ’ αυτά που θέλεις να πεις. Σαν ταινία ήταν πολύπλοκη. Στα διαφορετικά στάδια παραγωγής της εργάστηκαν 600 άτομα. Σαν ταινία ήταν μια πρόκληση, ιδίως για μένα που ήμουν πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης και δεν ήμουν γνωστός. Θα έπρεπε όλα αυτά τα άτομα που δεν με ήξεραν να τα φέρω κοντά μου και να τα κάνω να με πιστέψουν. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισα πριν τα γυρίσματα».
Η ταινία χαρακτηρίζεται από ένα πλήθος αναφορών και επιρροών από το έργο πολλών σκηνοθετών όπως ο Alfred Hitchock και ο Roman Polanski. Το περιοδικό Variety σχολιάζει ως εξής το ύφος της ταινίας: “Με στοιχεία που θυμίζουν Ταραντίνο, η ταινία σοκάρει με τις παρατεταμένες σκηνές εκρηκτικής βίας που αφήνουν το θεατή να τρέμει στο κάθισμα”. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρωταγωνιστής Georges Babluani είναι αδελφός του σκηνοθέτη Gela Babluani.
Στο φεστιβάλ της Βενετίας 2005, κέρδισε το Χρυσό Λιοντάρι Καλύτερης Πρώτης Ταινίας. Η ταινία προβλήθηκε επίσης στο Φεστιβάλ του Sundance 2006 όπου και εκεί κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής.
GOD SAVE THE SQUAT parkaki edition ΣΑΒΒΑΤΟ 22 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2020 στις 21:30
Προβολή της ταινίας ”ALTERED CARBON RESLEEVED”, Τρίτη 18/08/2020, στις 21:30, στο παρκάκι της κατάληψης Βύρωνος 3
Προβολή του ντοκιμαντέρ ”CRIP CAMP”, Τρίτη 11/08/2020, στις 21:30, στο παρκάκι της κατάληψης Βύρωνος 3
Στο ‘Crip Camp’ θα δεις την άγνωστη επανάσταση που άλλαξε τον κόσμο
Το βραβευμένο ντοκιμαντέρ μάς στέλνει στην άγνωστη κατασκήνωση που πυροδότησε ένα ιστορικό κίνημα.
Ο τίτλος ‘Crip Camp’ (Κατασκήνωση των Σακάτηδων) δεν είναι πολιτικά ορθός. Ο ένας εκ των δημιουργών του όμως, ο James Lebrecht που το σκηνοθέτησε μαζί με τη βετεράνο των ντοκιμαντέρ Nicole Newnham, έχει ο ίδιος ειδικές ανάγκες. Σε αυτή την ονομασία της αγαπημένης του κατασκήνωσης λοιπόν, βρήκε μια ειρωνική ενδυνάμωση που θέλει να μεταδώσει. Το φιλμ του προβλήθηκε στο φετινό Φεστιβάλ Sundance και έφυγε με το Βραβείο Κοινού. Ο λόγος για τα γεμάτα του χέρια γίνεται πολύ άμεσα σαφής.
Η Camp Jened όπως πραγματικά ονομαζόταν η κατασκήνωση του φιλμ στα ‘70s, βρισκόταν λίγο πιο κάτω από το Woodstock και παρείχε σε εφήβους με αναπηρίες τη δική τους χίπικη ουτοπία. Την έτρεχαν άνθρωποι που ανήκαν όντως στο κίνημα των χίπηδων και, παρότι κάποιοι από αυτούς που μιλούν στην κάμερα του ντοκιμαντέρ είχαν ενδοιασμούς γιατί δεν είχαν εργαστεί ξανά σε παρόμοιο περιβάλλον, γρήγορα όπως μαρτυρούν κατάλαβαν ότι «το πρόβλημα δεν το είχαν οι κατασκηνωτές, αλλά εμείς η κοινωνία». Η κατασκήνωση επέτρεπε στα παιδιά να ζουν το καλοκαίρι τους σαν να μην υπάρχει ο έξω κόσμος και αυτό πρακτικά σήμαινε ομαδικά παιχνίδια, κολύμπι στην πισίνα, θορυβώδη τζαμαρίσματα με τα όργανα της κατασκήνωσης, αστεία talent shows, μαγειρέματα και εκδρομές, και συζητήσεις γύρω από κοινόχρηστα τραπέζια όπου όλοι μιλούσαν ισότιμα με τη σειρά τους σχετικά με ζητήματα που τους απασχολούσαν. Γέλια επίσης, πάρα πολλά, γάργαρα γέλια.
Και ορμές! Το ‘Crip Camp’ χρησιμοποιεί γενναιόδωρα το υλικό που βιντεοσκοπούσε το προσωπικό της κατασκήνωσης και αρκετά μεγάλο μέρος του αντιμετωπίζει τους εφήβους ως τα σεξουαλικά όντα που ήταν. Ένα περιστατικό εξάπλωσης ψειρών της ηβικής περιοχής για παράδειγμα, έχει απαθανατιστεί μέσα από πονηρά χαμόγελα. Τα αγόρια είχαν προσωρινά διαχωριστεί από τα κορίτσια μέχρι να αντικατασταθούν τα στρώματά τους, αλλά αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος για τα χαριτωμένα μικροπαράπονα στην κάμερα. Κατά τα άλλα το γεγονός ήταν η ευπρόσδεκτη απόδειξη της ερωτικής τους ζωής που πιάστηκε στα πράσα. Οι επιπτώσεις του θα δυνάμωναν απλώς τον δεσμό της κοινότητας.
Αυτές οι καταγεγραμμένες ημέρες της κατασκήνωσης είναι μια νοσταλγική χρονοκάψουλα που θα μπορούσε από μόνη της να δώσει καύσιμο στο ‘Crip Camp’. Οι απελευθερωτικές εμπειρίες όμως που βίωσαν εκεί οι έφηβοι διαμόρφωσε προσωπικότητες που λίγο αργότερα θα άλλαζαν τον κόσμο. Αυτή είναι κυρίως η αφηγηματική λειτουργία της Camp Jened στο φιλμ.
Η Judy Heumann, ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των ΑΜΕΑ, σύμβουλος στην κατασκήνωση και συνεργάτης στην πορεία της αμερικανικής Πολιτείας ως νομοθέτης, είναι ένα από τα κεντρικά πρόσωπα του ντοκιμαντέρ και νιώθει ότι οφείλει όχι μόνο την καριέρα της, αλλά και τα δικαιώματα που διεκδίκησε και εξασφάλισε εκ μέρους της κοινότητάς της σε εκείνα τα καλοκαίρια. Οι ζυμώσεις της κατασκήνωσης και η αφύπνιση από όλα τα διαφορετικά κινήματα που έβγαιναν στους δρόμους εκείνη την εποχή, έκαναν τη Heumann και πολλούς άλλους από τους κατασκηνωτές να φανταστούν ένα μέλλον που τους χωρούσε στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στα εστιατόρια, στα σχολεία. Ως ενήλικοι πια ‘απόφοιτοι’ της κατασκήνωσης, πολλοί από αυτούς θα διασταυρώνονταν ξανά σε κολέγια, δίνοντας στο ‘Crip Camp’ την αφετηρία της πιο εκπαιδευτικής πλευράς του. Γιατί πόσοι από εμάς γνωρίζουν ότι η πρόσβαση των ΑΜΕΑ στην Αμερική και μετέπειτα στην Ευρώπη εξασφαλίστηκε από τα παιδιά της Camp Jened και όλους όσους πήραν μαζί στο ταξίδι τους;
Το 1974, το Κονγκρέσο πέρασε το Rehabilitation Act, τη νομοθετική πράξη που ανάμεσα σε άλλα εγγυόταν υποτίθεται ίσα δικαιώματα για τους ανθρώπους με ειδικές ανάγκες, όμως στην πραγματικότητα η κυβέρνηση θα έμενε μονάχα στην θεωρία. Στα 17 χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι το Americans With Disabilities Act του 1990, η Heumann είχε ανέλθει σε ηγετική μορφή ενός κινήματος που τα ΜΜΕ δεν κάλυπταν και ενέπνεε τους συντρόφους της να οργανώνουν ισχυρές διαμαρτυρίες. Μερικές από τις πιο σκληρές εικόνες του ‘Crip Camp’ καταγράφουν μία πολυήμερη, δραματική καθιστική διαμαρτυρία στο γραφείο του Υπουργείου Υγείας στο Σαν Φρανσίσκο, όπου ακόμα και άνθρωποι χωρίς τη δυνατότητα να γυρίζουν μόνοι πλευρό στον ύπνο τους, ξεροστάλιαζαν σε πνιγηρούς διαδρόμους αποφασισμένοι για ένα θετικό αποτέλεσμα. Ένα αποτέλεσμα που όντως έφεραν στο τέλος.
Το ‘Crip Camp’ εξερευνά αυτές τις προσπάθειες με βάθος, ευαισθησία και μια απόσταση από το μελό που δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σε ταινίες με πρωταγωνιστές ΑΜΕΑ. Εδώ γελάς, συγκινείσαι και βλέπεις να ανοίγεται ένας δρόμος στην ψυχαγωγία για ιστορίες από τα ίδια, με τα ίδια, για τα ίδια και όχι μόνο, χωρίς την επιβολή της ανάγκης να κάνουν τους θεατές που δεν έχουν κάποια αναπηρία να αισθανθούν καλύτερα για τον εαυτό τους. Ο Lebrecht και η Newnham το έχουν αποδεσμεύσει από τέτοιες υποχρεώσεις.
Αντίθετα με ταινίες που γέννησαν τα ‘60s και τα ‘70s με χαρακτήρες που έκαναν μεγάλα όνειρα για την ανθρωπότητα για να τα δουν σιγά-σιγά να καταρρέουν, το ‘Crip Camp’ έχει για αληθινούς ήρωες πρόσωπα που, ενώ είχαν προεξοφληθεί ως περιττά από την κοινωνία, ήταν αυτά ακριβώς που βρήκαν τον τρόπο να αλλάξουν την ιστορία.
Προβολή της ταινίας ”DA 5 BLOODS”, Τρίτη 04/08/2020, στις 21:30,στο παρκάκι της κατάληψης Βύρωνος 3
Da 5 Bloods
του Σπάικ Λι
Απαραίτητη και γεμάτη οργή, δυνατή – ακόμη κι αν είναι άνιση – η νέα ταινία του Σπάικ Λι είναι ένα εκρηκτικό μείγμα αιχμηρού πολιτικού σινεμά και action movie, που καταφθάνει την απολύτως κατάλληλη στιγμή.
Το «Da 5 Bloods» μοιάζει με ρώσικη κούκλα, ένα φιλμ που περιέχει κι άλλα στο εσωτερικό του. Ένα φιλμ που αλλάζει κάθε τόσο ύφος, μα που ακόμη κι αν είναι μαζί ταινία για το Βιετνάμ, για το «κυνήγι ενός θησαυρού», μια κωμωδία για μερικούς γκρινιάρηδες ηλικιωμένους άντρες και μια περιπέτεια στη ζούγκλα, στην καρδιά του βρίσκεις μια -με κάθε δικαίωμα- αληθινά οργισμένη ιστορία, για το τραύμα του να είσαι μαύρος στην Αμερική του τότε και του τώρα. Για την αποσιωπημένη Ιστορία των αφροαμερικάνων στους αμερικάνικους ή παγκόσμιους πολέμους και για τον ακήρυχτο πόλεμο που βιώνουν στην πατρίδα τους, απέναντι στον ρατσισμό που είναι δυστυχώς συνώνυμος με την ίδια τους τη χώρα.
Ο Σπάικ Λι δεν μασούσε ποτέ τα λόγια του κι έτσι το καινούριο του φιλμ, γυρισμένο πολύ πριν η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ πυροδοτήσει το κύμα αγανάκτησης που σαρώνει τον πλανήτη αυτές τις μέρες, δεν είναι απλά πολιτικό, είναι ένα μάθημα Ιστορίας, ένα κάλεσμα σε αφύπνιση, μια υψωμένη γροθιά απέναντι σε ένα άδικο σύστημα και έναν κόσμο που δεν μαθαίνει από τα λάθη του.
Το φιλμ ξετυλίγεται σε δυο χρόνους. Στο παρόν, όταν τέσσερις μαύροι βετεράνοι του πολέμου του Βιετνάμ επιστρέφουν στα πρώην πεδία των μαχών τους για να βρουν τη σορό του αρχηγού της διμοιρίας τους -και μαζί έναν θησαυρό που είχαν τότε θάψει μαζί του. Και στο παρελθόν, ξεκινώντας από ένα αληθινά καθοριστικό σημείο: όταν πολεμώντας στην ζούγκλα, μαθαίνουν για την δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Και στην πραγματικότητα υπάρχει μια τρίτη αφηγηματική γραμμή στο φιλμ του Λι, αυτή της συστημικής αδικίας, του ρατσισμού, της υποτίμησης της ζωής των μαύρων, στην διαδρομή της αμερικάνικης Ιστορίας από την γέννηση της χώρας μέχρι και σήμερα.
Το φιλμ ξεκινά όσο δυνατά κι όσο πολιτικά θα περίμενες, με ένα πλάνα ανθρώπων που αποτέλεσαν σύμβολα των κοινωνικών αγώνων των αφροαμερικανών, όπως ο Μοχάμεντ ;Aλι, η Άντζελα Ντέιβις ή ο Μάλκολμ Χ, να ρίχνουν ένα διαφορετικό φως στην πραγματικότητα του πολέμου του Βιετνάμ, πριν φτάσουμε στο τώρα και στην επανένωση των τεσσάρων ηρώων μετά από πολλά χρόνια, πίσω στον τόπο που τους μεταμόρφωσε σε «bloods», σε «αδελφοποιτούς». Κι από το σημείο εκείνο, το φιλμ θα ακολουθήσει μια διαδρομή που θα ξετυλίξει το παρελθόν και τις συνθήκες που τους έφεραν ως εδώ, θα φωτίσει την ψυχολογία τους και θα τους φέρει αντιμέτωπους με ευθύνες ή μυστικά, θα γιατρέψει ή θα ανοίξει και πάλι τραύματα, θα τους ακολουθήσει σε μια περιπέτεια που θυμίζει σχεδόν μια παλιομοδίτικη χολιγουντιανή ταινία, αλλά υπό νέο φως και με ένα εντελώς διαφορετικό είδος ηρώων στο κέντρο της.
Βεβαίως στην διάρκεια των 155 λεπτών που η ταινία διαρκεί, υπάρχει χώρος τόσο για πράγματα που λειτουργούν εξαιρετικά, όσο και για άλλα που μοιάζουν αμήχανα η βγαλμένα από ένα άλλο πολύ λιγότερο ενδιαφέρον φιλμ. Μερικά από τα ευρήματα του Λι, δείχνουν εμπνευσμένα, όπως τα flash back με τους ηθοποιούς να υποδύονται οι ίδιοι στην τωρινή ηλικία τους τους νεαρούς χαρακτήρες τους κι άλλα, που απλά δείχνουν τετριμμένα, όπως η αλλαγή του κάδρου του πλάνου στους διαφορετικούς χρόνους. Η χρήση της μουσικής είναι επίσης παράξενη, αν τα τραγούδια του Μαρβιν Γκέι από το «What’s Going On», έναν δίσκο γραμμένο στη σκιά του πολέμου του Βιετνάμ δένουν εξαιρετικά, τα ορχηστρικά μέρη φλερτάρουν συχνά με το κλισέ και η χρήση του «Ride of the Valkyries» του Βάγκνερ δεν είναι ποτέ σίγουρο αν είναι ειρωνική ή ειλικρινής. Και κυρίως, κάποια από τα επεισόδια στη μέση του φιλμ όπως και κάποιοι από τους χαρακτήρες (όπως αυτός του Ζαν Ρενό ή της Μελανί Τιερί και της ομάδας των ναρκαλιευτών της), μοιάζουν αχρείαστα, ανακόπτοντας την διαδρομή της ταινίας που μοιάζει πολύ πιο δυνατή όταν αποφεύγει τα προφανή.
Όμως ακόμη και με αντιρρήσεις, η ταινία που παραδίδει ο Σπάικ Λι έχει ξεκάθαρα την υπογραφή του και την ενέργεια που φέρνει πάντα στο σινεμά του. Μπορεί να μην είναι η καλύτερη ταινία της φιλμογραφίας του, αλλά είναι κάτι παραπάνω από καίρια. Είναι μια αναγκαία υπενθύμιση όλων όσων δημιούργησαν και διατήρησαν τις συνθήκες που έκαναν το Black Lives Matter το πιο απαραίτητο κίνημα στην Αμερική του σήμερα και μια επανατοποθέτηση στο βιβλίο της αμερικάνικης ιστορίας μερικών σελίδων που μοιάζουν να πήραν μόλις, τη θέση μιας υποσημείωσης.