ΕΚΔΗΛΩΣΗ – ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 26/5 στο Αυτόνομο Στέκι Καβάλας, τηλεφωνική επικοινωνία με τον Β. Σταθόπουλο
τηλεφωνική επικοινωνία με τον Συνήγορο του Β. Σταθόπουλου, Θανάση Καμπαγιάννη
ΕΚΔΗΛΩΣΗ – ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 26/5 στο Αυτόνομο Στέκι Καβάλας, τηλεφωνική επικοινωνία με τον Β. Σταθόπουλο
τηλεφωνική επικοινωνία με τον Συνήγορο του Β. Σταθόπουλου, Θανάση Καμπαγιάννη
ΚΑΛΕΣΜΑ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΝΆΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΤΗΣ ΒΦΛ ΣΤΙΣ 24 ΜΑΪΟΥ 2022.
Την Τρίτη 24/5/2022 θα εκδικαστεί τελικώς στο δικαστικό μέγαρο της Καβάλας, μετά από μία αναβολή, η δίκη των εργατικών διαφορών που αφορά στις πρώτες ομαδικές απολύσεις των 133 εργαζομένων του σωματείου της χημικής βιομηχανίας λιπασμάτων Καβάλας (ΒΦΛ). Στην ουσία, η δίκη αυτή είναι η πρώτη αντίδραση στις οργανωμένες επιθέσεις του κεφαλαίου στα σωματεία, που εξαπολύονται με αφετηρία τον νόμο Χατζηδάκη, που ισχύει από τον Ιούλιο του 2021. Τις απολύσεις αυτές ακολούθησαν οι ομαδικές απολύσεις των εργαζομένων των πετρελαίων της Καβάλας από την Energean, όπως και αυτές που έχουν ανακοινωθεί για την ιδιωτικοποίηση της ΛΑΡΚΟ.
Η κάθε περίπτωση είναι διαφορετική, αλλά τα συμφέροντα και ο στόχος των εργοδοτών είναι κοινός: τα σωματεία. Στην περίπτωση της ΒΦΛ, στον υπόδικο επιχειρηματία Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, έτεινε χείρα βοηθείας η κυβέρνηση Μητσοτάκη με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη μέσω του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ). Το ΑΣΕ είναι η διαιτητική διέξοδος με την οποία το κράτος, σε ρόλο διαιτητή, καλείται να γνωμοδοτήσει αν ο εργοδότης έχει ισχυρά επιχειρήματα ώστε να δικαιολογηθούν οι ομαδικές απολύσεις που ζητά εις βάρος των εργαζομένων. Το ΑΣΕ αποτελείται από 7 τακτικά μέλη, πέντε από τα οποία διορίζονται από την κυβέρνηση και από τα άλλα δύο, το ένα εκπροσωπεί την εργοδοσία και το άλλο τους εργαζόμενους. Ο εργοδότης καταθέτει το φάκελο με όλα τα οικονομικά, φορολογικά και επενδυτικά στοιχεία της εταιρίας/ ομίλου, το κόστος εργασίας, στοιχεία για το εργατικό δυναμικό και την αιτιολόγηση για την αναγκαιότητα των ομαδικών απολύσεων. Επίσης, στον φάκελο αυτόν κατατίθενται τα πρακτικά της διαβούλευσης που προηγήθηκαν με τους εργαζομένους. Αν δεν συμφωνήσουν εργοδότης και εργαζόμενοι, το ΑΣΕ πρέπει να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση και να συγκαλέσει συνάντηση όλων των μερών.
Τα οικονομικά στοιχεία που κατατέθηκαν από τη διοίκηση της λιπασματοβιομηχανίας για τις απολύσεις του 2021, αφορούσαν στον ισολογισμό του μακρινού 2014. Ενώ οι παρατηρήσεις και οι καταθέσεις εκατοντάδων σελίδων των εργαζομένων, δόθηκαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή χωρίς έτσι να υπάρχει σκόπιμα ο απαραίτητος χρόνος για να αξιολογηθούν. Με την τακτική αυτή όμως, οι μεν εκλεγμένοι κρατικοδίαιτοι ψηφοφόροι της κυβέρνησης, μέλη του ΑΣΕ, δε χρειάστηκε να μελετήσουν τίποτε για μια απόφαση που ήταν προεξοφλημένη, οι δε εργαζόμενοι, δεν μπόρεσαν να καταθέσουνε τα δικά τους στοιχεία και να υπερασπιστούν στοιχειωδώς τα εργασιακά τους δικαιώματα. Είναι ενδεικτικό το γεγονός, ότι στη συνεδρίαση του ΑΣΕ κλήθηκε να καταθέσει από την έναρξη της συνεδρίασης μόνο η εργοδοτική πλευρά. Έτσι, με συνοπτικές διαδικασίες και με απούσα την εκπροσώπηση των εργαζομένων, το ΑΣΕ προχώρησε στην έγκριση των μαζικών απολύσεων υπό την εποπτεία της Γ.Γ. του υπουργείου εργασίας κ. Στρατινάκη.
Με μια ακόμη παρένθετη εταιρία, ο Λαυρέντης αποποιήθηκε των χρεών της και κατάφερε επιτέλους με τη βοήθεια του νομοσχεδίου Χατζηδάκη, να πραγματοποιήσει τις ομαδικές απολύσεις που πάλευε από το 2016. Μάλιστα, η απόφαση αυτή έρχεται κόντρα και στον εξωδικαστικό συμβιβασμό που είχαν κερδίσει οι εργαζόμενοι, ο οποίος υποχρέωνε την εταιρία να τους μεταβιβάσει με το ίδιο εργασιακό καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων εργασίας στις νέες εταιρίες, ενώ αναγνώριζε όλες τις παρένθετες εταιρίες που είχε δημιουργήσει ο Λαυρεντιάδης ως μία και τα χρέη σε ασφαλιστικά ταμεία, δημόσιο και πρώτες ύλες κοινά. Ενώ έξι χρόνια οι εργαζόμενοι βρίσκονται εκτός εργασίας, στη θέση τους έβαλαν ανειδίκευτους εργολαβικούς εργαζομένους ορισμένου χρόνου, γεγονός που ήταν γνωστό σε όλα τα μέλη του ΑΣΕ κατά τη συνεδρίαση του τμήματος ελέγχου ομαδικών απολύσεων.
Η παραποίηση των οικονομικών στοιχείων που παρουσίασε η διοίκηση της ΒΦΛ δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Οι εργοδότες συνηθίζουν να αποκρύπτουν την πραγματική οικονομική τους κατάσταση ανάλογα τα συμφέροντα τους. Αυτό είναι κάτι που θα έκανε οποιοσδήποτε απατεώνας, που θέλει να κλέψει το κράτος. Μόνο που η κυβέρνηση της ΝΔ λειτουργεί ως αρωγός των παραβάσεων και των αυθαιρεσιών των εταιριών, που με θρασύτητα πετούν δεκάδες οικογένειες στο δρόμο, στο όνομα του φιλελευθερισμού και της ανάπτυξης. Έτσι, στην περίπτωση των πετρελαίων, η Energean ποτέ δεν παρέδωσε τα πραγματικά οικονομικά στοιχεία της εταιρίας, παρουσιάζοντας ένα Πρίνο καταχρεωμένο, κερδίζοντας επιχορηγήσεις εκατομμυρίων και προχωρώντας στις μαζικές απολύσεις, σχεδόν, του συνόλου των εργαζομένων των πετρελαίων Καβάλας. Όπως και στην περίπτωση της ΛΑΡΚΟ, όπου η κυβέρνηση της ΝΔ αποκρύπτει τα πάντα: περιβαλλοντολογική μόλυνση, πραγματικά οικονομικά στοιχεία, καταπάτηση εργασιακών κεκτημένων, προκειμένου να προχωρήσει στην ιδιωτικοποίηση της. Φυσικά, η μοναδική διέξοδος των εργαζομένων να αντιδράσουν στην εργοδοτική παραβατικότητα και τη συνεργεία του κράτους, είναι τα σωματεία, για αυτό και βάλλονται.
Είναι σημαντική η παρουσία όλων μας στο δικαστήριο ενάντια στις παράνομες και καταχρηστικές απολύσεις των εργαζομένων της ΒΦΛ. Γιατί η ανοχή και η τυχόν έγκριση των πρώτων ομαδικών απολύσεων θα αποτελέσει ταφόπλακα στις εργατικές διεκδικήσεις και στον αγώνα για την κατάργηση του εργασιακού εκτρώματος του νόμου Χατζηδάκη. Η κοινωνική απραγία και συνενοχή στις πρακτικές Λαυρεντιάδη των παρένθετων εταιριών και των χρεών, αποδυναμώνουν τις εργατικές αντιδράσεις και ποινικοποιούν τη συνδικαλιστική δράση.
Μπορεί οι καταπιεστές να λειτουργούν με μαφιόζικες πρακτικές, αλλά εμείς μιλάμε τη γλώσσα της αλληλεγγύης και του αγώνα απέναντι στους δυνάστες. Είναι αυτονόητο πως το εργασιακό καθεστώς που επιχειρούν να περάσουν κεφάλαιο και κράτος έχει ως συνέπεια τον οικονομικό εξευτελισμό, τη φυσική εξόντωση των εργαζομένων μέσα από εργατικά ατυχήματα και ατέλειωτες υπερωρίες, την καταστροφή και τη λεηλασία της φύσης. Στήνουμε τα κοινωνικά οδοφράγματα απέναντι στις πολιτικές της εξαθλίωσης και της μόλυνσης του περιβάλλοντος, καλούμε κάθε αγωνιζόμενο κομμάτι της κοινωνίας και του ευρύτερου ανταγωνιστικού κινήματος να παραστεί στις 24-5-2022 στο δικαστικό μέγαρο της Καβάλας για να δώσουμε ένα τέλος στην πολιτική των ομαδικών απολύσεων.
ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΚΒΙΑΣΜΟ ΚΑΙ ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΜΟ ΠΟΥ ΒΙΩΝΟΥΝ ΟΙ ΑΠΟΛΥΜΕΝΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ.
ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΠΟΛΥΜΕΝΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΜΟΝΟΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ.
ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΟΥ ΤΟ ΓΕΝΝΑ.
ΑΛΛΗΛΕΓΓΎΗ ΣΤΟΥΣ ΑΓΏΝΕΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΈΝΩΝ ΤΗΣ ΒΦΛ, KAVALA OIL, COSCO ΚΑΙ ΛΑΡΚΟ.
ΤΑΞΙΚΉ ΑΝΤΕΠΊΘΕΣΗ ΣΕ ΚΡΆΤΟΣ ΚΑΙ ΑΦΕΝΤΙΚΆ
ΑΥΤΌΝΟΜΟ ΣΤΈΚΙ ΚΑΒΆΛΑΣ
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΜΟΙΡΑΣΤΗΚΕ:
Οι άνθρωποι παραείναι ανθεκτικοί, αυτό είναι το πρόβλημα.
Είναι σε θέση να κάνουν υπερβολικά πολλά σε βάρος του εαυτού τους.
Αντέχουν υπερβολικά πολύ.
Μπέρτολτ Μπρεχτ
Την δεκαετή οικονομική κρίση και την παρεπόμενη εξαθλίωση και φτωχοποίηση των χαμηλόμισθων και των καταπιεσμένων, διαδέχθηκε η απαράδεκτη διαχείριση της πανδημίας covid – 19 απ’ την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ως γνήσια νεοφιλελεύθερα αρπαχτικά, φρόντισαν παράλληλα να εντείνουν την κρατική καταστολή και αυθαιρεσία, να μοιράσουν με απευθείας αναθέσεις δισεκατομμύρια ευρώ.
Η κυβέρνηση ακολούθησε πιστά μέχρι και σήμερα το προεκλογικό της πρόγραμμα, παραδίδοντας και την ενέργεια, χωρίς κανένα έλεγχο ή περιορισμό, στο Κεφάλαιο. Ιδιωτικοποίησε την Δ.Ε.Η., ξεπουλώντας την, αφού προηγουμένως φρόντισε να εκμηδενίσει την χρηματιστηριακή της αξία, παραχώρησε τον έλεγχο της εταιρίας στους ιδιώτες – μετόχους. Ιδιωτικοποίησε τον Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε., μετακυλίοντας εξ ολοκλήρου το κόστος και το επιχειρηματικό ρίσκο στους καταναλωτές.
Στο όνομα της δήθεν Πράσινης Ανάπτυξης, εξήγγειλε ένα σχέδιο βίαιης μετάβασης από την εξόρυξη Λιγνίτη στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, με σκανδαλώδεις συμβάσεις ανάθεσης, παραχώρησης, απορρόφησης ευρωπαϊκών κονδυλίων από τους γνωστούς ημέτερους. Προφανώς, δεν πρόκειται για Πράσινη Ανάπτυξη, αλλά για Πράσινο Καπιταλισμό ή καλύτερα Πράσινη Ληστεία. «Αξιοποιώντας» τους περιορισμούς που επέβαλε η ίδια η κυβέρνηση λόγω πανδημίας και την στήριξη των μπουκωμένων από χρήμα Μέσων Μαζικής Εξαθλίωσης, χωροθέτησε με συνοπτικές διαδικασίες περιοχές, ακόμη και ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, ως χώρους εγκατάστασης Α.Π.Ε., γνωρίζοντας εκ των προτέρων την ανεπαρκή απόδοσή τους. Κατήργησε χωρίς κανένα σχεδιασμό μονάδες εξόρυξης λιγνίτη, μέχρι κι αυτές που είχαν ολοκληρωθεί πρόσφατα με χρήματα του ελληνικού λαού, βυθίζοντας χωρίς καμία πρόβλεψη ή στήριξη ολόκληρες περιοχές της Ελλάδας στην ανεργία και στην οικονομική ανέχεια (βλέπε Κοζάνη, Πτολεμαϊδα).
Πρωτίστως, όμως, παραδίδοντας τον έλεγχο των τιμών αγοράς και πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στους δικούς της εκλεκτούς, δημιούργησε μία πρωτοφανή εξάρτηση της χώρας από το φυσικό αέριο ως κύριο καύσιμο (36 % επί του συνόλου) παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Δεν μπορεί να μας αφορά ως πολιτικές οντότητες το εκβιαστικό ψευδοδίλημμα λιγνίτης ή Α.Π.Ε., καθώς και στις δύο περιπτώσεις ούτε η παρούσα κυβέρνηση αλλά ούτε και οι όμιλοι που επιχειρούν στον τομέα των Α.Π.Ε. ενδιαφέρονται για την προστασία του περιβάλλοντος ή του καταναλωτή, παρά μόνο για την συσσώρευση κερδών επ’ ωφελεία του Κεφαλαίου.
Το κόμμα των αρίστων, το οποίο χρωστά εκατομμύρια ευρώ για ρεύμα, δεν υπήρχε περίπτωση να ενδιαφερθεί για τις υπέρογκες χρεώσεις που εδώ και χρόνια επιβαρύνουν τους λογαριασμούς των καταναλωτών. Συνεχίζει ο φορολογούμενος να πληρώνει σε κάθε λογαριασμό απίστευτες χρεώσεις, άσχετες τις περισσότερες φορές με το ηλεκτρικό ρεύμα, όπως ΕΡΤ, δημοτικά τέλη, δημοτικούς φόρους, τέλος ακίνητης περιουσίας. Συνεχίζει, όμως, να πληρώνει και χρεώσεις που θα έπρεπε να αφορούν αποκλειστικά στο Κράτος και στους Επενδυτές της Ενέργειας και ω του θαύματος, καταλήγουν ως υποχρέωση του καταναλωτή, όπως π.χ. χρεώσεις του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς και του Δικτύου Διανομής (το κόστος του οποίου είναι πάνω από το 30% του εκάστοτε λογαριασμού), χρεώσεις σχετικές με την διαβόητη ρήτρα αναπροσαρμογής CO2 (που έχει προβλεφθεί χωρίς σαφή κριτήρια ούτε έγνοια για το δημόσιο συμφέρον).
Στα πλαίσια της στοχευμένης ιδιωτικοποίησης της δημόσιας περιουσίας, η κυβέρνηση ξεπούλησε την Δ.Ε.Η. για ψίχουλα, επέτρεψε, με το πρόσχημα της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία, τον ασύδοτο πλουτισμό των τεσσάρων μεγάλων εταιριών παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος (Δ.Ε.Η., ΗΡΩΝ, PROTERGIA, ELPEDISON), των golden boys και των παρατρεχάμενών τους.
Εδώ και αρκετούς μήνες, οι χρεώσεις στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος γονατίζουν την πλειοψηφία της κοινωνίας. Η Ελλάδα αναδεικνύεται πρωταθλήτρια σε ακρίβεια στην μέση ετήσια τιμή στην Ευρώπη. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται και αναμένεται να οξυνθεί ακόμη περισσότερο, εξαιτίας δήθεν των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι την 8η Μαρτίου 2022, λίγες ημέρες μετά την εισβολή της Ρωσίας, η μέση τιμή ανά μεγαβατώρα στη χώρα μας εκτοξεύεται στα 427 ευρώ, την ώρα που οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι και ο πληθωρισμός ,τον Απρίλιο σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ,έσπασε το φράγμα του 10% για πρώτη φορά ύστερα από 28 χρόνια.
Οι έλληνες ολιγάρχες του ενεργειακού τομέα, με τη σύμπραξη του Κράτους, μεθόδευσαν τα τελευταία χρόνια το νομοθετικό πλαίσιο για τη νόμιμη ασιχροκέρδεια στις πλάτες ενός ολόκληρου λαού. Στις 18.6.2018 ιδρύεται το «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» (Ε.Χ.Ε.Α.Ε.), το οποίο όρισε η Ελληνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) ως Διαχειριστή Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας. Μέτοχοι του χρηματιστηρίου ενέργειας είναι : ΛΑΓΗΕ (22 %), ΑΔΜΗΕ (20 %), ΔΕΣΦΑ (7 %), Χρηματιστήριο Αθηνών (21 %), Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (20 %), Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου (10 %). Από αυτό το Χρηματιστήριο Ενέργειας περνά το 100 % της παραγόμενης και πωλούμενης ενέργειας ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ στο σύνολο των υπολοίπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης η ηλεκτρική ενέργεια που περνά μέσω χρηματιστηρίων τους αντιστοιχεί σε κλάσμα της παραγωγής που φτάνει το ανώτατο στο 30 %. Το κρίσιμο όμως στοιχείο που εκτοξεύει την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος είναι ότι αυτή διαμορφώνεται όχι από το μίγμα της παραγωγής του, όπως θα ήταν λογικό, αλλά από το ακριβότερο τμήμα του μίγματος, δηλαδή το φυσικό αέριο.
Στις 16.3.2020, κατόπιν έγκρισης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, λειτουργεί η Ενεργειακή Χρηματοπιστωτική Αγορά ως Διαχειριστής Αγοράς Παραγώγων Ενέργειας. Στην ουσία, πρόκειται για μια ολιγομελή λέσχη εταιριών, που καθορίζει σε ημερήσια βάση την τιμή του αγαθού της ηλεκτρικής ενέργειας, με όρους σκληρού χρηματιστηριακού τζόγου.
Από τον Δεκέμβριο του 2020 ξεκίνησε να εφαρμόζεται το “target model”, ένας νέος τρόπος τιμολόγησης και αγοράς ρεύματος από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας, με βάση, όπως προείπαμε, την τιμή του φυσικού αερίου. Αυτό τους δίνει τη δυνατότητα να δημιουργούν, όποτε το επιθυμούν οι ίδιοι, τεχνητές ελλείψεις στο σύστημα ηλεκτροδότησης, πουλώντας αυτοί στη συνέχεια το ρεύμα σε ανεξέλεγκτες τιμές. Έτσι, μέσα σε λίγους μήνες εκτόξευσαν τις τιμές του πωλούμενου από αυτούς ηλεκτρικού ρεύματος, ακόμη και στο δεκαπλάσιο, φτάνοντας τον Δεκέμβριο του 2021 έως και τις 3000 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Ενώ, λοιπόν, ήδη χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, εν όψει της διεθνούς ανόδου της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, θεσμοθέτησαν ήδη πλαφόν στην τιμή λιανικής πώλησης του ηλεκτρικού ρεύματος, η ελληνική κυβέρνηση δεν έπραξε οτιδήποτε προς την κατεύθυνση αυτή.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, για να είναι σίγουρη ότι η αρμόδια Ανεξάρτητη Αρχή για την εποπτεία και έλεγχο της Ενέργειας, δηλαδή η Ρ.Α.Ε, δεν θα κάνει το παραμικρό για να εμποδίσει όλο αυτό το φαγοπότι, φρόντισε και διόρισε ως μέλη της κόρες, κουμπάρους, ανηψιούς. Πράγματι, η ΡΑΕ, ούσα άφαντη τα τελευταία χρόνια, έστησε κόκκινο χαλί στο καρτέλ των ευνοούμενών της εταιριών ενέργειας, οι οποίες κέρδισαν, ιδίως τον τελευταίο χρόνο, δισεκατομμύρια ευρώ. Απέφυγε οποιονδήποτε έλεγχο, για πρόστιμα ούτε λόγο. Όταν πριν ένα μήνα η αγανάκτηση του κόσμου ξεπέρασε κάθε όριο, η Ρ.Α.Ε. ανακοίνωσε ότι «βρισκόμαστε στο πλευρό του Έλληνα Καταναλωτή και ειδικά των ευπαθών ομάδων που μαστίζονται από την σημερινή ενεργειακή κρίση, θα ερευνήσουμε τυχόν παραβάσεις του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας». Το αστείο ολοκληρώθηκε με την δήλωση Μητσοτάκη, ο οποίος, αφού πέταξε ψίχουλα επιδότησης των λογαριασμών τύπου 39 Ευρώ, δήλωσε ότι έδωσε εντολή στη Ρ.Α.Ε. να ερευνήσει τυχόν υπερκέρδη των εταιριών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία θα φορολογήσει 90 %, για να επιστρέψουν στον ελληνικό Λαό, δηλαδή ο ορισμός του εμπαιγμού. Μέχρι και σήμερα, δεν έχει παραδώσει η ΡΑΕ το πόρισμα υπολογισμού των υπερκερδών, ούτε βεβαίως αναμένεται κάποια σοβαρή εξέλιξη στο θέμα αυτό. Αντίθετα, ήρθαν στην επιφάνεια πλείστα όσα παραδείγματα ακραίου πλουτισμού των στελεχών των εταιριών παραγωγής ηλ. ενέργειας, με αποκορύφωμα αυτό του Προέδρου της Δ.Ε.Η. Γεωργίου Στάσση, ο οποίος, αφού έδωσε ανεξέλεγκτα μπόνους αμοιβών στο ίδιο του τον εαυτό ύψους μόνο για το τελευταίο έτος 360.000 Ευρώ, χτίζει βίλλα πολυτελείας στη Τζιά.
Οι τελευταίες πανηγυρικές ανακοινώσεις της κυβέρνησης για δήθεν στήριξη της κοινωνίας απέναντι στην λαίλαπα των τεράστιων αυξήσεων της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος όχι μόνο δεν λύνουν το πρόβλημα, αντιθέτως νομιμοποιούν την αισχροκέρδεια των μεγαλοπαραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Η δήθεν αναδρομική επιστροφή των υπερχρεώσεων για το χρονικό διάστημα από Δεκέμβριο του 2021 έως και τον Μάϊο του 2022 αντιστοιχεί σε ένα μικρό μέρος όσων καταλογίσθηκαν στους λογαριασμούς των καταναλωτών με όριο επιστροφής των χρημάτων τα εξακόσια ευρώ. Για το επόμενο χρονικό δε διάστημα των έξι μηνών ή του ενός έτους, αντί η κυβέρνηση να βάλει άμεσα πλαφόν στις χρεώσεις των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, αποκαθιστώντας έτσι την εγκληματική της σύμπραξη στην αισχροκέρδειά τους, επιμένει να επιδοτεί από τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή από τα χρήματά μας, τις αυθαίρετες κοστολογήσεις που θα προκύψουν στο μέλλον, νομιμοποιώντας δηλαδή το υπάρχον «χρηματιστηριακό» σύστημα προσδιορισμού της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος και τα υπερκέρδη από αυτή. Ούτε λόγος βέβαια για την κοροϊδία της επιστροφής των υπερκερδών των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας με την φορολόγησή τους σε ποσοστό 90 % για το προηγούμενο χρονικό διάστημα των επτά μηνών. Είμαστε βέβαιοι ότι οι υπηρέτες της Ρ.Α.Ε. θα εμφανίσουν με τη βοήθεια της «δημιουργικής» λογιστικής ελάχιστα χρηματικά ποσά προς φορολόγηση, συνεχίζοντας τον εμπαιγμό της κοινωνίας και στο θέμα αυτό.
Στο ίδιο κόλπο φαίνεται να είναι και οι συνδικαΛΗΣΤΕΣ των πρώην δημόσιων εταιριών Δ.Ε.Η.. Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε. και Α.Δ.Μ.Η.Ε. Δεν άνοιξαν το στόμα τους, όταν ξεπούλησαν τις εταιρίες, δεν άνοιξαν το στόμα τους, όταν διέλυσαν τις εργασιακές σχέσεις. Δεν άνοιξαν το στόμα τους κάθε φορά που υπήρξαν νεκροί εργάτες. Δεν άνοιξαν το στόμα τους, όταν κόβαν το ρεύμα σε ανασφάλιστους, ανάπηρους, ασθενείς, άνεργους, χαμηλοσυνταξιούχους. Δεν άνοιξαν το στόμα τους όταν τα αφεντικά τους πριμοδοτούσαν τον ίδιο τους τον εαυτό. Απ’ ό,τι φαίνεται, δεν θα το ανοίξουν και τώρα. Γι’ αυτό είναι ανάγκη όλοι οι εργαζόμενοι στις εταιρίες – παρόχους ηλεκτρικού ρεύματος να οργανώσουν ξανά τους εργασιακούς τους χώρους, να βγουν να μιλήσουν με απλά λόγια στο Λαό και να αποκαλύψουν τη ληστεία των αφεντικών τους πριν είναι αργά, πριν δηλαδή εισπράξουν οι ίδιοι την οργή του κόσμου.
Ποια είναι λοιπόν η κατάσταση σήμερα ;
Αυξάνονται κατά είκοσι περίπου χιλιάδες κάθε μήνα οι διακοπές της ηλεκτροδότησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, λόγω ανεξόφλητων λογαριασμών, οι απλήρωτοι λογαριασμοί, διακανονισμένοι ή μη, αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι στη χώρα μας βιώνουν τη βίαιη φτωχοποίησή τους, στερούμενοι ακόμη και του αγαθού της ηλεκτρικής ενέργειας για κάθε βασική τους ανάγκη.
Οι αυτονόητες ανάγκες των απλών πολιτών, μεταξύ των οποίων και η πρόσβαση σε φθηνή ενέργεια, δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξαρτώνται από τις μεθοδεύσεις των κυβερνητικών επιλογών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες ξεκάθαρα προωθούν τον αισχρό πλουτισμό των μεγαλοεργολάβων της ενέργειας και αδιαφορούν για την αξιοπρέπειά μας.
Οι δήθεν λύσεις που προσφέρει μέχρι σήμερα ως παυσίπονα η κυβέρνηση, δηλαδή επιδοτήσεις για γέλια στον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος ή η χορήγηση επιδόματος ακρίβειας 300 Ευρώ, δεν μπορούν να βοηθήσουν στην καθημερινή αντιμετώπιση των παγίων εξόδων, έστω και ελάχιστα. Αντιθέτως, είναι σαφές ότι επιθυμούν πολίτες φτωχοποιημένους ή οικονομικά εξοντωμένους και γι’ αυτό ευάλωτους σε κάθε κυβερνητική επιλογή, ανίκανους να αντιδράσουν στο σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων που προωθούν.
Το πρόβλημα είναι ήδη οξύτατο και θα συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στο μέλλον. Η κυβέρνηση έχει κάνει τις επιλογές της και αυτές δεν είναι η κοινωνία, αλλά τα νεοφιλελεύθερα αφεντικά της.
Η τραγική αύξηση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας εντάσσεται σε μία συντονισμένη επίθεση στα λαϊκά στρώματα, που στόχο έχει την πλήρη οικονομική εξαθλίωσή μας. Δεν είναι μόνο οι υπέρογκες αυξήσεις στους λογαριασμούς του ρεύματος, αλλά και η απίστευτη ακρίβεια σε όλα τα είδη και μάλιστα βασικής ανάγκης, η κατακόρυφη αύξηση των ενοικίων, η καθήλωση των μισθών, η εκτόξευση του πληθωρισμού που ροκανίζει τα ελάχιστα εισοδήματά μας. Εντείνεται, λοιπόν, η επίθεση του Κεφαλαίου απέναντι στους ευάλωτους, επιθυμώντας να μας εγκλωβίσει στη μέγγενη της επιβίωσης, χωρίς κανένα περιθώριο αξιοπρέπειας, διεκδικήσεων. Για το Κεφάλαιο η εύρωστη διαβίωση των από κάτω δεν έχει καμία σημασία, προέχει κυρίως η παγκόσμια αναδιάταξη του ενεργειακού χάρτη, η εξυπηρέτηση των οικονομικών στόχων των πολυεθνικών. Αυτοί καθορίζουν τα μέσα παραγωγής, τις τιμές των αγαθών και των προϊόντων, τα σύνορα των χωρών και έτσι θέλουν να συνεχίσουν. Οι πολεμικές επιχειρήσεις σε όλα τα σημεία της γης, βεβαίως και στην Ουκρανία, αυτό επιδιώκουν.
Χρέος μας δεν είναι τα υπερκέρδη των εταιριών ενέργειας, αλλά η άμεση κινητοποίηση, η άμεση αντίσταση. Ως κομμάτι του ανταγωνιστικού κινήματος, είναι σαφές το πολιτικό πλαίσιο που οφείλουμε να κινηθούμε για άλλη μία φορά. Να οργανώσουμε κοινότητες αγώνων για την ανακατάληψη της ζωής μας, να αρθρώσουμε πολιτικό λόγο με ταξικά χαρακτηριστικά και αλληλεγγύη, να αντεπιτεθούμε επιτέλους στις βάρβαρες πρακτικές του Κεφαλαίου και των υπηρετών του που λεηλατούν την αξιοπρέπειά μας.
Το ρεύμα, όπως και το νερό, δεν είναι και δεν μπορεί να είναι εμπόρευμα. Είναι αποκλειστικά και μόνο κοινωνικό αγαθό, που δεν πρέπει να το στερείται κανένας άνθρωπος, κανένα νοικοκυριό.
Ας μην γίνουμε φρόνιμοι θεατές της εξαθλίωσής μας !!
Καμιά διακοπή ρεύματος στους ανέργους, τους απολυμένους, τους απλήρωτους, τους χαμηλόμισθους, τους συνταξιούχους, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Άμεση επιστροφή των παρανόμως εισπραχθέντων από τις υπερχρεώσεις.
Επαναφορά της τιμής ηλεκτρικής ενέργειας στα προ του 2021 επίπεδα.
Αποσύνδεση του λογαριασμού κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας από κάθε μορφής πρόσθετες χρεώσεις υπέρ τρίτων.
Καμία εκχώρηση της ενέργειας στο μονοπωλιακό κεφάλαιο.
Αγώνας για κατοχύρωση της ενέργειας ως κοινωνικό αγαθό.
Αποκλειστικά Κρατικός Φορέας Εποπτείας Ενέργειας, πλήρης αποσύνδεση της Ενέργειας από χρηματιστηριακές πρακτικές.
Μετάβαση σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας με σεβασμό στο περιβάλλον.
ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΠΑΝΟ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΦΑΛΗΡΟΥ
του Τζώρτζη Γρηγοράκη
Το πολυβραβευμένο μεγάλου μήκους ντεμπούτο του Τζώρτζη Γρηγοράκη, είναι μια δυνατή, μεστή ταινία που σκάβει σε βάθος στην ιστορία, τους χαρακτήρες και αποκαλύπτει μια μεγαλύτερη εικόνα που σε αφορά και σε ενδιαφέρει. 10 βραβεία Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.
Με μια έντονη αίσθηση του τόπου αλλά και της γεωγραφίας των ανθρώπων που τον κατοικούν, η πρώτη μεγάλου μήκους του Τζώρτζη Γρηγοράκη «Digger», χτίζει μαζί το κοντινό πορτρέτο ενός πατέρα κι ενός γιου που προσπαθούν να βρουν ένα κοινό τόπο και να ξαναπιάσουν το νήμα μιας σχέσης που πριν από πολλά χρόνια κόπηκε απότομα.
Ο Βαγγέλης Μουρίκης κι ο Αργύρης Πανταζάρας (εξαιρετικοί και οι δυο στην αποτύπωση στην οθόνη, ανδρών που δυσκολεύονται να ανοιχτούν μα που οι ηθοποιοί που τους υποδύονται βρίσκουν τρόπους να σε κάνουν να κοιτάξεις βαθύτερα), συναντιούνται στη μέση ενός δάσους στη Βόρεια Ελλάδα, εκεί που ο ένας ζει κι όπου ο άλλος επιστρέφει μετά από χρόνια και μετά το θάνατο της μητέρας του. Ένα ορυχείο καταβροχθίζει την γη γύρω από το δάσος που ανήκει στον πατέρα κι εκείνος είναι από τους τελευταίους που αντιστέκονται στην επέλαση του. Ο γιος βλέπει την άρνηση του πατέρα του να πουλήσει το κτήμα του στην εταιρεία σαν μια κούφια πράξη ανόητης αντίστασης αλλά μένει εκεί ελπίζοντας να τον μεταπείσει.
Ο Τζώρτζης Γρηγοράκης συνοψίζει τον τρόπο που βλέπουν τον κόσμο με ενδιαφέροντα και διακριτικό τρόπο, ο ένας καβαλάει και φροντίζει τη μηχανή του, ο άλλος, προτιμά τα άλογα, ο πατέρας μοιάζει ριζωμένος στη γη του σαν δέντρο, ο γιος θέλει να πετάξει μακριά σαν πουλί. Σκηνοθετημένο σχεδόν σαν ένα χαμηλότονο γουέστερν, σε ένα Ελντοράντο όπου κανείς εκτός από λίγους δεν πλουτίζει, το «Digger» δοκιμάζει να χαρτογραφήσει το ενδιάμεσο ανάμεσα στο «μικρό» ενός προσωπικού δράματος και το «μεγάλο» του περιβαλλοντικού μηνύματος σε μια ταινία που είναι τοποθετημένη σε μια μεγαλύτερη εικόνα που μπορείς ξεκάθαρα να δεις.
Και το καταφέρνει ακόμη κι αν το σενάριο επιστρέφει περισσότερες φορές από όσες χρειάζεται σε πράγματα που κάνουν ξεκάθαρο το αδιέξοδο των ανθρώπων του τόπου τον οποίο περιγράφει, και δεν βρίσκει πάντα την ιδανική ισορροπία στις διακυμάνσεις της σχέσης πατέρα και γιου. Κι ακόμη κι αν κατά στιγμές το φιλμ κοιτάζει τους ντόπιους με έναν τρόπο που μοιάζει βγαλμένος από μια λίγο διαφορετική ταινία, το ύψος του φιλμ έχει συνοχή, ταυτότητα και μια αφηγηματική γραμμή που έστω κι αν θα μπορούσε να ήταν λίγο πιο τεταμένη, εξακολουθεί να σε ενδιαφέρει και να σε αφορά.
του Λεός Καράξ
Το μιούζικαλ του Λεός Καράξ και των The Sparks, ένα τραγικό love story, ένα παράδοξο, μαγευτικό έπος για την αγάπη, το μίσος, τη διασημότητα και το femicide.
«Σταματήστε να με κοιτάτε!»
Πώς να το κάνεις αυτό σε μια ταινία τόσο όμορφη, ιδιοσυγκρασιακή, φαντασιακή, που σε κάθε σεκάνς της σου κόβει την ανάσα; Σχεδόν μια δεκαετία μετά το «Holy Motors», μετά από (παραδοσιακές, στο έργο του), καθυστερήσεις, μετά από πανδημίες και την επίσημη πρεμιέρα στις Κάννες και το βραβείο Σκηνοθεσίας, ο Λεός Καράξ επιστρέφει μ’ ένα κράμα σινεμά, αγάπης και οργής που θέτει, απ’ ευθείας, τον θεατή στο εδώλιο, αναγκάζοντάς τον να πάρει αποφάσεις για την κοσμοθεωρία του, την ώρα που μαγεύεται από ένα τραγικό love story.
Αυτή είναι η ιστορία του Χένρι ΜακΧένρι, ενός εριστικού, διανοούμενου, ανερχόμενου stand-up performer, υποβλητικού, κυνικού, οριακά επιθετικού, μιας σύγχρονης εικόνας του γοητευτικού, πολυπρισματικού «κακού». Και της Αν Ντεφρανού, μιας διάσημης σοπράνο, πανέμορφης, γαλήνιας, διαχρονικά θεϊκής. Οι δυο τους ερωτεύονται με πάθος, κάνουν ένα κοριτσάκι, την Ανέτ (η οποία, χωρίς εξήγηση αλλά και με εκπληκτική εξήγηση, είναι μια ξύλινη μαριονέτα) και καθώς τα οικογενειακά βάρη μεγαλώνουν και η φήμη των δυο τραβά αντίθετες κατευθύνσεις, εκείνης προς τον ουρανό, εκείνου προς την κόλαση, η σχέση τους αρχίζει ν’ αποσυντίθεται.
Ο Καράξ βάζει τον θεατή από την αρχή σε μια σύμβαση, σ’ ένα πλαίσιο ξεκάθαρα meta: στην αριστουργηματική έναρξη της ταινίας, που σε οδηγεί σε κλάματα χωρίς κανέναν άλλο λόγο παρά τα βαθύτερα ένστικτα της συνενοχής και της αγάπης, ο ίδιος και οι συντελεστές της ταινίας ετοιμάζονται για να μας αφηγηθούν το παραμύθι τους. Αυτό εδώ είναι ένα θέαμα, μαγικό κι υπερβατικό, καμία σχέση δεν έχει με τον ρεαλισμό, εκτός από τις ιδέες που θέλει να μεταφέρει: αυτές είναι πέρα για πέρα αληθινές.
Η έμφαση στην ταινία είναι στον ήχο. Όχι μόνο γιατί ο Καράξ, αντί για την «καρέκλα του σκηνοθέτη» κάθεται σε μια κονσόλα, όχι μόνο γιατί αυτή είναι μια από τις λίγες φορές που συνειδητοποιείς αυθόρμητα την αξία του ηχητικού μοντάζ μιας ταινίας, αλλά γιατί είναι ένα απόλυτο μιούζικαλ. Με τη μουσική και το σενάριο / λιμπρέτο γραμμένο από τους εκλεκτικούς Sparks, η κάθε λέξη, ο κάθε φθόγγος, η κάθε ανάσα, λέγονται μελωδικά, σ’ ένα ατονάλ σύνολο από το οποίο ξεχωρίζει μόνο ένα τραγούδι, το We Love Each Other so Much.
Ένα τραγουδιστό love story, θα μπορούσε κανείς να σταθεί μόνο εκεί και να θεωρήσει την «Annette» μια απλοϊκή ταινία σε πληθωρική φόρμα. Αλλά το conceptual παραμύθι στου Καράξ είναι τόσο πιο σύνθετο. Μέσα στο σύμπαν των ηρώων του, τις φουρτουνιασμένες θάλασσες, τις έρημες ακτές, το μπρουταλιστικό σπίτι και τον μαγικό κήπο όπου τα φυτά μοιάζουν να επεκτείνονται ασταμάτητα, καταγράφονται κάποια από τα μεγαλύτερα κεφάλαια της δικής μας ιστορίας.
Με πάθος και μια μεγαλειώδη εικαστικότητα, η «Annette» θα μιλήσει για την εγκληματική αλαζονεία του καλλιτέχνη, την εύκολη συγχώρεση που παρέχει το κοινό στις αμαρτίες του, την ελαφρότητα της κριτικής και, ακόμα συγκλονιστικότερα, για τα femicides, το νέο κύμα δολοφονιών γυναικών από τους συντρόφους τους, βασισμένων σε ένα πατριαρχικό μοντέλο ανατροφής στο οποίο καλύτερο είναι εκείνη να μην τολμήσει ποτέ να είναι πιο ικανή, πιο πετυχημένη, πιο καλλιεργημένη, πιο…
Όσο η Μαριόν Κοτιγιάρ – με, ουσιαστικά, μόνο μία μεγάλη δική της σκηνή που αποδίδει εκπληκτικά – αξιοποιεί τη δική της, πραγματική φήμη και αίγλη για να ταυτοποιήσει την Αν, όσο ο Σάιμον Χέλμπεργκ κρατά ένα δεύτερο αλλά κομβικό ρόλο, που εναλλάσσει δεξιοτεχνικά το comic relief με το, σπάνιο, αίσθημα ευθύνης, είναι ο Ανταμ Ντράιβερ που ξεδιπλώνει μια τρομακτική δύναμη, μεταμορφώνεται σε πέντε διαφορετικά πλάσματα, σαρώνει την οθόνη με ζωϊκό μαγνητισμό, απέχθεια και τρυφερότητα, ένας ήρωας αντιπαθής κι εθιστικός, επικίνδυνος.
Η «Annette» απαντά μόνο σ’ όσους δεχτούν από την αρχή τις συμβάσεις που ζητά. Μπερδεμένη, μ’ ένα δεύτερο μέρος (των σόου της μικρής Ανέτ) που, αδικαιολόγητα, τείνει στην μπαναλιτέ, αποζημιώνει με το φινάλε της, από εκείνα που σε σημαδεύουν στο σινεμά και που θες να βλέπεις και να ξαναβλέπεις, για να είσαι σίγουρος ότι μπορείς, ότι τα κάνεις δικά σου, ότι βλέπεις την αλήθεια, ή ότι βλέπεις τις μάσκες τη στιγμή που αλλάζουν. «Σταματήστε να με κοιτάτε!», λέει ο performer Χένρι ΜακΧένρι: μόνο που, για μια φορά, δεν μπορείς να σταματήσεις, από την ομορφιά, από την αποκάλυψη ενός οράματος, από τη συνειδητοποίηση ότι το να κοιτάς είναι, τελικά, ο ρόλος σου.
του Τζόελ Κοέν
Η πρώτη solo ταινία του Τζόελ Κοέν, η νέα διασκευή του Μάκβεθ του Σέξπιρ, είναι μια ταινία απόλυτα πρωτότυπη και, μαζί, απόλυτα συνυφασμένη με το θρύλο, αλλά και με το «κοενικό» σύμπαν.
Γιατί ο Τζόελ Κοέν να θέλει να κάνει μόνος του ταινία; Γιατί να θέλει να καταπιαστεί με τη μεγάλη τραγωδία του Σέξπιρ, την καταραμένη, πώς μπορεί να την κάνει δική του και, μάλιστα, κρατώντας στο ακέραιο το πρωτότυπο κείμενο, με τη βαριά, πυκνή, δαιδαλώδη, παλιά αγγλική γλώσσα που από μόνη της προκαλεί δέος; Και όμως, όλες οι απαντήσεις κι όλος ο θαυμασμός βρίσκονται στα 100 λεπτά ενός ασπρόμαυρου, πολυσύνθετου και απλούστατου έπους.
Ο Τζόελ Κοέν, λοιπόν, παρουσιάζει τον δικό του Μάκβεθ, την τραγωδία του, τόσο… τραγική που προσθέτει τη λέξη και στον τίτλο. Ο ήρωάς του, ο δεινός πολεμιστής κι έντιμος υποτελής του βασιλιά του, μεταμορφώνεται, με τη βοήθεια της Λαίδης του, σε αχόρταγο λάτρη της εξουσίας που, για να την εξασφαλίσει, σκορπίζει το θάνατο στους ανθρώπους που τίμησε και, τελικά, στον εαυτό του. Το κεντρικό ζευγάρι της ιστορίας είναι, εδώ, αρκετά πιο ανθρώπινο: φιλόδοξοι, εκείνος αρχικά κατακεραυνωμένος από τύψεις, εκείνη γεμάτη αγάπη για τον άνθρωπό της που θέλει να δει να φτάνει ψηλά. Ένα ζευγάρι δολοπλόκο, φονικό, αλλά, ταυτόχρονα, μονιασμένο, συντροφικό. Ο Κοέν δεν θέλει να χτίσει σύμβολα – θέλει να μιλήσει (και) για τα απανταχού καταστροφικά power couples, στις υψηλότερες βαθμίδες της σύγχρονης πολιτικής σκηνής, που τρεφόμενα από την αλαζονεία τους πνίγουν την κοινωνία τους στο ζόφο.
Για την αισθητική της ταινίας του, ο Κοέν δεν προδίδει το παρελθόν του. Ανέκαθεν geek του σινεμά, χρησιμοποιώντας το μεγαλείο του φωτογράφου Μπρουνό Ντελμπονέλ κι ένα εκπληκτικό σκηνογραφικό τμήμα, ξεδιπλώνει την κλασική φόρμα του εξπρεσιονισμού, γεμίζοντας τα πλάνα του σκιές, φυλακές, απειλές, αντιθέσεις, ήσυχο τρόμο. Ταυτόχρονα, όμως, λες σαν ένα φόρο τιμής στο σινεμά του Ορσον Γουελς, γυρίζει σε στούντιο, με σκηνικά που καμαρώνουν τη δισδιάστατη φύση τους, θεατρικά, «χειροποίητα» σαν ένα b-movie φτιαγμένο με πάθος.
Μέσα σ’ αυτό, ακριβώς, το εμφανώς κατασκευασμένο περιβάλλον, ο Κοέν επικεντρώνει μόνο, πάντα, στα πρόσωπα, στους διαλόγους και στις αλλεπάλληλες συντριβές τους. Ζωντανά, εκφραστικά πρόσωπα μέσα σ’ ένα «χάρτινο» σκηνικό, έχουν τη δυνατότητα ν’ ανασάνουν, να εκφραστούν, να δώσουν στο θεατή τη συγκέντρωση και το χρόνο που έχει ανάγκη, για να καταλάβει, να συνειδητοποιήσει, να συλλογιστεί το ανεπανάληπτο κείμενο: να νιώσει και να μην μπερδευτεί, ν’ ακούσει και, επιτέλους, ν’ αναλογιστεί.
Απόλυτα συντονισμένοι μ’ αυτή την επιλογή είναι οι ηθοποιοί του. Από τον Πόρτερ του Στίβεν Ρουτ που, στη μόνο μία, σχεδόν, σκηνή του, συμπυκνώνει το μαύρο κωμικό στοιχείο, την ειρωνεία και τον αγνό συναισθηματισμό της λαϊκής σοφίας, ως την απόκοσμη παρουσία της Κάθριν Χάντερ στο ρόλο και των τριών Μαγισσών, πλάσματα ανατριχιαστικά και καθηλωτικά όπως, ίσως, ποτέ δεν έχουν περάσει στην οθόνη ή στο θέατρο. Η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ κρατά τη Λαίδη της στο μεταίχμιο της κατίνας-νοικοκυράς και της μοιραίας ηγεμόνισσας, με τρόπο που στην αρχή μοιάζει «λίγος», αλλά προοδευτικά αναδεικνύει τη σημασία του. Όσο για τον Ντενζέλ Γουόσινγκτον, που με τρόπο θαυμαστό κάνει το σεξπιρικό λόγο δικό του χωρίς ν’ αλλάξει ίχνος από την αμερικανική προφορά του, δίνει μια ερμηνεία που θα μείνει στην Ιστορία – πρώτα ευάλωτος, ενοχικός, ευαίσθητος, σιγά-σιγά εγκλωβισμένος στις μακιαβελικές αποφάσεις του, μεθυσμένος από τη δύναμη της εξουσίας, κατεστραμμένος και καταστροφικός από τις ίδιες του τις επιλογές κι όλ’ αυτά με μια σπάνια φυσικότητα κι εσωτερικότητα.
Μια ταινία βασισμένη σ’ ένα κλασικό μύθο (για να μην πούμε και σε μια πραγματική, άλλωστε, προσωπικότητα), κατασκευασμένη έντεχνα αλλά με λατρεία στα b-movies, που μιλά για το τίμημα της ζωής και του θανάτου, για τη διαφθορά και την τιμωρία της. Σ’ ένα κόσμο όπου… fair is foul and foul is fair. Αυτό ήταν πάντα το σινεμά των αδελφών Κοέν κι αυτό είναι και τώρα, έστω με τον ένα μόνο στο τιμόνι, έστω ντυμένο με πορφύρα και με αίμα και με κορώνα στο κεφάλι.