Monthly Archives: February 2014

Unsere Mȕtter, Unsere Vӓtter, 3ο μέρος

Το 3ο μέρος της τριλογίας “Unsere Mȕtter, Unsere Vӓtter” παρουσιάζει πτυχές της “μεταστροφής” της γερμανικής κοινωνίας μετά τη λήξη του πολέμου. Παρατηρούμε πως αμέσως μετά την ήττα της Γερμανίας, οι περισσότεροι Γερμανοί ήταν ξαφνικά πολύ πρόθυμοι να εκφράσουν την “αντίθεσή” τους στο ναζιστικό καθεστώς.
Ακόμη και άνθρωποι που συχνά κατέλαβαν υψηλές θέσεις στο Γ’ Ράιχ, μετά τη λήξη του πολέμου είπαν στον εαυτό τους και σ’ ολόκληρο τον κόσμο πως πάντα ήταν “εσωτερικά αντίθετοι” στο καθεστώς. Το ζήτημα εδώ δεν είναι αν έλεγαν ή όχι την αλήθεια. Είναι ότι κανένα μυστικό δε φυλάχθηκε τόσο καλά μέσα στην όλη μυστικοπαθή ατμόσφαιρα του χιτλερικού καθεστώτος, όσο αυτή η “εσωτερική εναντίωση”. Κάποτε ένας υψηλός αξιωματούχος των ναζί είπε πως έπρεπε να δείχνουν “εξωτερικά” ακόμη πιο ναζί απ’ όσο οι “κανονικοί” ναζί για να φυλάξουν το μυστικό τους.
Ο επικίνδυνος Δρ Όττο Μπράντφις, που επέβλεψε το φόνο τουλάχιστον 15.000 ανθρώπων, δήλωσε σ’ ένα γερμανικό δικαστήριο πως πάντα ήταν “εσωτερικά αντίθετος” σε ό,τι έκανε. Όπως φαίνεται λοιπόν, η θανάτωση 15.000 ανθρώπων ήταν απαραίτητη για να μην τον καταλάβουν οι “αληθινοί ναζί”.
Στη δίκη της Νυρεμβέργης οι κατηγορούμενοι κατηγορούσαν και πρόδιδαν ο ένας τον άλλον, βεβαίωναν τους πάντες πως “ήταν πάντοτε ενάντιοι σε ό,τι συνέβαινε” και υποστήριζαν πως οι ανώτεροί τους είχαν “καταχραστεί” τα καλύτερα στοιχεία του χαρακτήρα τους. Το κλίμα πια είχε αλλάξει και, παρότι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι ήξεραν πως θα καταδικάζονταν, κανένας δε βρήκε το θάρρος να υπερασπιστεί τη ναζιστική “ιδεολογία”.
Πέρα από τη δίκη της Νυρεμβέργης, παντού επαναλαμβανόταν η ίδια ιστορία: όσοι δεν παραπέμφθηκαν στο Δικαστήριο της Νυρεμβέργης και δεν εκδόθηκαν στις χώρες στις οποίες είχαν διαπράξει τα εγκλήματά τους, δεν παραπέμφθηκαν ποτέ στη δικαιοσύνη ή αντιμετωπίστηκαν με κάθε δυνατή “κατανόηση” από τα γερμανικά δικαστήρια. Για παράδειγμα, ο Εμάνουελ Σάιφερ, για τη θανάτωση σε καμιόνια αερίων 6.280 γυναικόπαιδων, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 6 χρόνων και 6 μηνών από γερμανικό ποινικό δικαστήριο. Όλ’ αυτά μας φέρνουν πικρά στο μυαλό τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, που συστηματικά αθώωνε όποιον κατηγορούνταν για πολιτικές δολοφονίες και ανήκε σε βίαιη αντιδημοκρατική δεξιά ομάδα. Οι αντιστοιχίες με την ελληνική πραγματικότητα σήμερα είναι κάτι παραπάνω από προφανείς…
Το τελευταίο μέρος της ταινίας χωρίς αμφιβολία αφήνει να διαφανεί πως η “αποναζιστοποίηση” δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα στη μεταναζιστική Γερμανία. Είναι χαρακτηριστική άλλωστε η πολύ πρόσφατη καμπάνια (καλοκαίρι του 2013) στη Γερμανία, με στόχο να εντοπιστούν και να δικαστούν πρώην φύλακες των στρατοπέδων θανάτωσης και όσοι πήραν μέρος στο Ολοκαύτωμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πριν πεθάνουν….

Ως επίλογο για την τριλογία αυτή, αξίζει να αναρωτηθούμε πόσο πιθανή είναι η επανάληψη της ιστορίας, είτε ως “φάρσα” είτε όχι. Το παρακάτω σχόλιο από τη Χάννα Άρεντ παρατίθεται ως τροφή για σκέψη. Να σημειώσουμε πως αυτό γράφτηκε το 1963:
Η φύση των ανθρώπινων πραγμάτων θέλει να υπάρχει η πιθανότητα να ξαναγίνει μια πράξη που έγινε στην ιστορία της ανθρωπότητας και καταγράφηκε. Ανεξάρτητα απ’ την τιμωρία, απ’ τη στιγμή που πρωτογίνεται ένα συγκεκριμένο έγκλημα, η πιθανότητα να ξαναγίνει είναι μεγαλύτερη από την πιθανότητα να διαπραχθεί για πρώτη φορά. Η πληθυσμιακή έκρηξη στην εποχή μας συμπίπτει με την ανακάλυψη τεχνικών μέσων (και της πυρηνικής ενέργειας) που, με τον αυτοματισμό, θα καταστήσουν “πλεονάζον” ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ακόμη και με τη μορφή του εργάτη. Είναι λοιπόν πιθανό να αντιμετωπιστεί αυτή η “διπλή απειλή” (για την καθεστηκυία ελίτ) με τη χρήση μέσων σε σύγκριση με τα οποία οι θάλαμοι αερίων του Χίτλερ θα μοιάζουν με ακίνδυνα παιδικά παιχνίδια, κάτι που φέρνει ρίγος στη ραχοκοκκαλιά μας.

(Οι εισαγωγές για την τριλογία “Unsere Mȕtter, Unsere Vӓtter” βασίστηκαν στο βιβλίο της Χάννα Άρεντ: “Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ – Έκθεση για την κοινοτοπία του κακού”, εκδ. Νησίδες)

Για το 2ο επεισόδιο της σειράς Unsere Mutter, unsere Vatter (Generation War) του Κύκλου Προβολών Πόλεμος-Φασισμός-Προπαγάνδα

Για το 2ο επεισόδιο της σειράς Unsere Mutter, unsere Vatter (Generation War) του Κύκλου Προβολών Πόλεμος-Φασισμός-Προπαγάνδα

2o ΜΕΡΟΣ

Στο 2ο μέρος της τριλογίας “Unsere Mȕtter, Unsere Vӓtter” (οι Μητέρες και οι Πατέρες μας) θα δούμε το ζήτημα της ατομικής ευθύνης να τίθεται πιο επιτακτικά. Σε τέτοιες συνθήκες, οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, οι άνθρωποι είναι αναμενόμενο να βρεθούν κάποια στιγμή μπροστά στο δίλημμα να “υπακούσουν τους νόμους” του κράτους τους ή να ακούσουν τη “φωνή της συνείδησής” τους, ή με άλλα λόγια, να πράξουν ανάλογα με τον προσωπικό ηθικό τους κώδικα. Τι επιλογή θα κάνουν εκείνη τη στιγμή;
Στη Σύσκεψη της Βάνζεε (σύσκεψη των υφυπουργών όπως την ονόμασαν οι ναζί), η οποία είχε κριθεί αναγκαία για να υλοποιηθεί η Τελική Λύση (δηλαδή η ολική εξόντωση των Εβραίων) σ’ όλη την Ευρώπη, ο Άιχμαν (αξιωματούχος των ναζί) “ένιωσε σαν τον Πόντιο Πιλάτο, του έφυγαν όλες οι ενοχές” (με τα δικά του λόγια). Ποιος ήταν αυτός για να κρίνει; Ποιος ήταν αυτός για να έχει τις απόψεις του για το συγκεκριμένο ζήτημα;
Σχετικά με το ζήτημα της ατομικής ευθύνης, ενδιαφέρον για τη συζήτησή μας έχει ένα απόσπασμα της απόφασης του δικαστηρίου στη δίκη του Άιχμαν: “Τα εν λόγω εγκλήματα διαπράχθηκαν σε μεγάλη κλίμακα (en masse), όχι μόνο από την άποψη του αριθμού των θυμάτων τους, αλλά και από την άποψη του αριθμού εκείνων που τα διέπραξαν. Όσο για το βαθμό στον οποίο ο κάθε εγκληματίας ήταν κοντά στον, ή μακριά απ’ τον, δράστη του εγκλήματος, δεν έχει καμία σημασία για το μέγεθος της ατομικής ευθύνης. Απεναντίας, γενικά ο βαθμός ατομικής ευθύνης μεγαλώνει όσο απομακρυνόμαστε από τον άνθρωπο που χειρίζεται το εργαλείο θανάτωσης”. Ακόμη, στο “επιχείρημα” του Άιχμαν πως ο καθένας θα μπορούσε να βρίσκεται στη θέση του, δηλαδή πως όλοι οι Γερμανοί είναι δυνητικά το ίδιο ένοχοι μ’ αυτόν, το δικαστήριο απάντησε ως εξής: “Εννοούσατε ότι αφού είναι όλοι, ή σχεδόν όλοι, ένοχοι, τότε ουσιαστικά δεν υπάρχει ενοχή;”
Το πρόβλημα βέβαια με τον Άιχμαν και τον κάθε Άιχμαν, όπως και με τους ήρωες της ταινίας, ήταν ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν ήταν διεστραμμένοι ή σαδιστές, αλλά φοβερά και τρομερά φυσιολογικοί. Και αυτό είναι το πιο τρομακτικό απ ‘όλα. Αυτό που έχει σημασία είναι το ότι η ουσία της ολοκληρωτικής διακυβέρνησης και πιθανόν η φύση κάθε γραφειοκρατίας είναι ν’ απανθρωποιεί τους ανθρώπους και να τους μετατρέπει σε “λειτουργούς” και σε απλά γρανάζια που υπηρετούν άκριτα το διοικητικό μηχανισμό.
Υπήρξαν βέβαια κάποιες ιστορίες αντίστασης ή ανυπακοής, αλλά αυτές είναι σχεδόν η εξαίρεση στον κανόνα της συμμόρφωσης που επικράτησε κατά τη ναζιστική περίοδο. Αυτό που μας διδάσκουν αυτές οι ιστορίες είναι ότι σε συνθήκες τρομοκρατίας οι πιο πολλοί συμμορφώνονται, αλλά ορισμένοι όχι. Όπως ακριβώς οι χώρες στις οποίες προτάθηκε η Τελική Λύση (ολική εξόντωση των Εβραίων) μας διδάσκουν ότι “θα μπορούσε να υλοποιηθεί” στις περισσότερες χώρες, αλλά δεν υλοποιήθηκε παντού.

Η εισαγωγή για το δεύτερο επεισόδιο της σειράς βασίζεται στο βιβλίο «Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ-Μια έκθεση για την κοινοτοπία του κακού» της Χάννα Άρεντ.

 

Για το 2ο επεισόδιο της σειράς Unsere Mutter, unsere Vatter (Generation War) του Κύκλου Προβολών Πόλεμος-Φασισμός-Προπαγάνδα

Για τον κυκλο προβολών του Φλεβάρη

Για τον κυκλο προβολών του Φλεβάρη, Πόλεμος-Φασισμός-Προπαγάνδα…

Η τριλογία “Unsere Mütter, Unsere Vӓtter” (οι Μητέρες και οι Πατέρες μας) απεικονίζει την “καθημερινότητα” κάποιων “συνηθισμένων” ανθρώπων στη ναζιστική Γερμανία. Οι ήρωες της ταινίας συμπυκνώνουν και εκπροσωπούν τις διαφορετικές εμπειρίες που βίωσαν εκείνη την περίοδο διάφορες “ομάδες” ανθρώπων, με το ζήτημα της συλλογικής και ατομικής ευθύνης να αναδεικνύεται αρκετές φορές κατά τη διάρκεια των τριών επεισοδίων.
Στο πρώτο επεισόδιο βλέπουμε να αναφέρονται ως αυτονόητα και αυταπόδεικτα κάποια από τα στοιχεία της ναζιστικής προπαγάνδας, τα οποία πια είχαν καταστεί “αδιαμφισβήτητες αλήθειες” στις αντιλήψεις της γερμανικής κοινωνίας. Η ναζιστική προπαγάνδα επιτελούνταν με κάθε διαθέσιμο μέσο, από το ράδιο και τον τύπο, μέχρι αφίσες, σχολικά εγχειρίδια και επίσημη εκπαίδευση, διανομή φυλλαδίων και εντύπων.. με δυο λόγια μέσω κάθε θεσμού, με τους πανεπιστημιακούς και καλλιτεχνικούς κύκλους να κατέχουν εξέχουσα θέση στον κρατικό προπαγανδιστικό μηχανισμό. Ο απώτερος στόχος αυτής της προπαγάνδας ήταν η δημιουργία ενός νέου ανθρώπου, με μια νέα ταυτότητα. Να κατασκευαστεί δηλαδή το ναζιστικό υποκείμενο, το οποίο θα είναι φανατικά αφοσιωμένο στο τρίπτυχο “Φύρερ, Έθνος και Πατρίδα”.
Σύμφωνα με τη Χάνα Άρεντ, το ψέμα (ή αλλιώς ο μύθος που πρότεινε και εντέλει επέβαλε ο ναζισμός) ανταποκρίνεται στο αίτημα ενός κοινού προδιατεθειμένου να το πιστέψει. Η οπτική αυτή αποδίδει ένα μέρος της ενοχής στον ίδιο τον αποδέκτη της προπαγάνδας. Κατά την Άρεντ, η δίψα αυτή για μυθοπλασία εκφράζει την επιθυμία (μιας κοινωνίας) για έναν κόσμο πλήρως συνεκτικό, κατανοητό και προβλέψιμο. Ο ίδιος ο Χίτλερ, στο βιβλίο του “ο Αγών μου” αναφέρει πως “η προπαγάνδα πρέπει να είναι δημοφιλής και να προσαρμόζεται στο πνευματικό επίπεδο και την αντίληψη των λιγότερο έξυπνων της κοινωνίας, στους οποίους πρέπει και να στοχεύει”.
Ένα ακόμη στοιχείο που διαφαίνεται έντονα είναι ο μανδύας της νομιμότητας που είχε καλύψει όλες τις πράξεις που μετά τη λήξη του πολέμου χαρακτηρίστηκαν “εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας” καθώς και το ζήτημα της υπακοής στους νόμους, κάτι που διαπερνά εξίσου τους θύτες και τα θύματα. Για παράδειγμα, σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς, οι μισοί από τους νεκρούς Εβραίους θα μπορούσαν να έχουν σωθεί αν δεν είχαν τηρήσει τις εντολές των Εβραϊκών Συμβουλίων, τα οποία συνδιαλέγονταν και “διαπραγματεύονταν” με τους Γερμανούς ναζί.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια που είπε στην απολογία του ο Άιχμαν, ένας από τους κατώτερους αξιωματούχους των ναζί. Σύμφωνα με τον ίδιο, ό,τι έκανε ήταν κατά τη γνώμη του πράξεις ενός νομοταγούς πολίτη. Έκανε το καθήκον του, όπως είπε και ξαναείπε στην αστυνομία και το δικαστήριο. Υπάκουε όχι απλώς σε διαταγές, αλλά στο νόμο (σκεφτόταν μάλλον ότι αυτή η διάκριση είναι σημαντική). Σύμφωνα πάντα με τον Άιχμαν, “η ενοχή του ήταν απόρροια της υπακοής του και η υπακοή επαινείται ως αρετή”. Και όπως είπε, αυτό που πιο αποτελεσματικά καθησύχασε τη συνείδησή του ήταν το απλό γεγονός ότι δεν έβλεπε κανέναν, απολύτως κανέναν, που να εναντιωνόταν στην Τελική Λύση (δηλαδή την εξόντωση των Εβραίων, για το οποίο κατηγορούνταν).
Και είναι αλήθεια ότι στην αρχή, όταν οι άνθρωποι πιθανόν διατηρούσαν ακόμη ένα ίχνος συνείδησης, σχεδόν δεν υπήρξαν κρούσματα λιποταξίας από τη διοικητική ελίτ και από τους ανώτερους αξιωματικούς των SS. Τα πρώτα κρούσματα εμφανίστηκαν μόνον αφού έγινε πια ολοφάνερο ότι η Γερμανία θα έχανε τον πόλεμο.
Η σειρά ταινιών του κύκλου αυτού, λοιπόν, μας παρακινεί να δούμε σε βάθος όλη την ηθική παρακμή που έφεραν οι ναζί στην αξιοσέβαστη ευρωπαϊκή κοινωνία, όχι μόνο στη γερμανική αλλά και σε όλων σχεδόν των χωρών, όχι μόνο στους θύτες αλλά και στα θύματα, με το διαχωρισμό θύμα-θύτης να μην είναι πολλές φορές ευδιάκριτος (αλλά και να αφορά το ίδιο άτομο).

https://anarxikoikavalas.squat.gr/?p=2215