Category Archives: Εκδηλώσεις

ΣΑΒΒΑΤΟ 03/06/2023, ΣΤΙΣ 22:00, ΕΛΛΗΝΙΚΟ PUNK /ROCK /HARDCORE DJ VINYL SET BY ABSENT FRIEND, ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΒΥΡΩΝΟΣ 3, ΚΑΒΑΛΑ

ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΑΘΛΙΑ

ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΔΕ ΜΑΣ ΠΕΙΘΟΥΝ ΠΙΑ

ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΠΟΥ ‘ΧΕΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙ

ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΤΟ ΒΟΥΛΩΣΕΙ

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”SOYLENT GREEN”, ΤΡΙΤΗ 30/05/2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

«Soylent Green»: Τι μας λέει για το 2022 η cult sci-fi ταινία των ’70s

Το «Soylent Green» είναι μια cult ταινία επιστημονικής φαντασίας, γυρισμένη στις αρχές των ‘70s, όταν υπήρξε μια μίνι αναβίωση της προειδοποιητικής επιστημονικής φαντασίας των ‘50s. Ο Έλληνας διανομέας της εποχής είχε φροντίσει για την ενημέρωσή μας αναφορικά με το χρονικό πλαίσιο της ιστορίας, κυκλοφορώντας το φιλμ στις αίθουσες με τον τίτλο «Νέα Υόρκη, Έτος 2022 Μ.Χ.», αλλά το είχαμε ξεχάσει.

Το φιλμ παρουσιάζει μια δυστοπική εκδοχή του ανθρώπινου μέλλοντος, όπου το πρόβλημα του υπερπληθυσμού έχει ξεφύγει, οι πόροι έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική. Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν στοιβαγμένοι μαζικά στα κτίρια, εκτός από μια μικρή ομάδα που συγκεντρώνει το συντριπτικό μέρος του εναπομείναντα πλούτου και ζει σε πολυτελή ρετιρέ, καθώς και όσους εργάζονται για τη Διοίκηση, οι οποίοι έχουν το «προνόμιο» του προσωπικού δωματίου.

Τη σίτιση έχει αναλάβει μονοπωλιακά μια εταιρεία, η Soylent, τα συμπυκνωμένα τρόφιμα της οποίας παίρνουν την επιμέρους ονομασία τους από το χρώμα τους – Soylent Yellow, Soylent Red, Soylent Green και ούτω καθεξής.

Το Soylent Green, λοιπόν, είναι το νέο προϊόν της εταιρείας, μια «θαυματουργή τροφή, καμωμένη από θρεπτικότατο πλαγκτόν που συλλέχθηκε από ωκεανούς». Το Soylent Green μοιράζεται στο κοινό τις Τρίτες –«Tuesday is Soylent Green Day» αναφέρει η επιγραφή– κατά το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα βάσει κουπονιών, καθώς διατίθεται σε περιορισμένη ποσότητα.

Οδηγός μας σε αυτό τον κόσμο είναι ένας αμοραλιστής  αστυνομικός –όπως όλοι οι αστυνομικοί στο έργο– τον οποίο υποδύεται ο Τσάρλτον Ίστον. H επιτυχία του «Πλανήτη των Πιθήκων» (1968) γέννησε κι άλλα πρωταγωνιστικά οχήματα επιστημονικής φαντασίας για τον σταρ, όπως το «Omega Man» (1971) και το παρόν.

Ο αστυνομικός του Ίστον αναλαμβάνει να διαλευκάνει τη δολοφονία ενός μέλους της εταιρείας Soylent και σταδιακά ανακαλύπτει τι κρύβεται πίσω από τηνδράση της. Η αστυνομική πλοκή είναι προσχηματική στο φιλμ, εκείνο που ενδιαφέρει πραγματικά τους δημιουργούς του είναι να βολτάρουμε μαζί τους στο σύμπαν που επινόησαν, επιχειρώντας να παρουσιάσουν το δική τους όραμα πάνω στο μέλλον της ανθρωπότητας. Οι σκηνές που αφορούν την έρευνα είναι και οι λιγότερο ενδιαφέρουσες, χώρια που συνήθως αποτελούν αφορμή για να συναντήσει ο ήρωας ωραίες γυναίκες και να μπει σε upper class διαμερίσματα, διακοσμημένα με γνώμονα τη μόδα της εποχής – αμφότερα στόχο είχαν να ενισχύσουν την εμπορική απήχηση του φιλμ.

Σε σκηνές όπως εκείνη του δείπνου του ήρωα με τον φίλο του εντοπίζεται η γοητεία του έργου. Τον τελευταίο υποδύεται ο αγαπημένος καρατερίστας Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον που έπαιξε στην ταινία σχεδόν χωρίς ακοή και γνωρίζοντας ότι επρόκειτο να πεθάνει σύντομα.

Στην εν λόγω σκηνή, ο Ίστον έχει φέρει προμήθειες που υπεξαίρεσε από το σπίτι του δολοφονημένου μέλους της Soylent –μια άλλη γνώριμη φιγούρα του παρελθόντος, ο Τζόζεφ Κότεν– και ο Ρόμπινσον ετοιμάζει ένα δείπνο με υλικά που αυτός θα ξαναδοκιμάσει μετά από δεκαετίες και ο Ίστον για πρώτη φορά.

Στην έκδηλη συγκίνηση του Ρόμπινσον αλλά και στην έκπληξη του Ίστον, όταν τρώνε ένα απλό μαρούλι, συνοψίζεται και μεταδίδεται εύστοχα το δράμα των ανθρώπων του έργου, που βρέθηκαν να στερούνται τα απολύτως απαραίτητα αγαθά από την απληστία, την αδιαφορία και την αγνωμοσύνη των προγόνων τους – το κολάζ των τίτλων αρχής καθιστά όχι στενά προσδιορισμένους μεν, μα εμφανείς τους λόγους της καταστροφής. Και είναι σε αυτήν τη σκηνή που το έργο ίσως χτυπήσει κάποια ευαίσθητη χορδή των σημερινών θεατών, απευθυνόμενο αναλογικά σε εκείνα που στερηθήκαμε όλο αυτό το διάστημα, υπογραμμίζοντας τη γνώση που συνειδητά και ασυνείδητα επιλέγουμε να παραμερίσουμε, όσοι ζούμε στις δυτικές δημοκρατίες: ότι τα ωφελήματα και τα προνόμιά μας τελούν πάντοτε υπό την αίρεση ενός γεγονότος ή μιας κατάστασης που θεωρούμε εντελώς απίθανη, μέχρι αυτή να επέλθει και να πέσουμε από τα σύννεφα.

Στο τελευταίο ημίωρο της ταινίας τη σκυτάλη από τις μετα-αποκαλυπτικές συνθήκες, που επινόησε ο σεναριογράφος Στάνλεϊ Γκρίνμπεργκ διασκευάζοντας το βιβλίο του Χάρι Χάρισον, παίρνουν ο επαγγελματισμός και η μαστοριά του σκηνοθέτη Ρίτσαρντ Φλάισερ («20.000 Leagues Under the Sea», «Compulsion», «The Boston Strangler»). Ο Φλάισερ θα στήσει πρώτα μια αρμοστά χαοτική σκηνή μαζικής εξέγερσης και σκληρής καταστολής, που κατά κάποιον τρόπο προοικονομεί και το φινάλε, και στη συνέχεια μια μακροσκελή, σιωπηρή σεκάνς καταδίωξης που οδηγεί στη μεγάλη αποκάλυψη.

Έχοντας ως πρότυπο την άλλη sci-fi επιτυχία του πρωταγωνιστή Ίστον, τον «Πλανήτη των Πιθήκων», που άφηνε τους θεατές σοκαρισμένους με το twist του, οι δημιουργοί του «Soylent Green» επιφυλάσσουν κι αυτοί ένα σοκ, βάζοντας και πάλι τον Ίστον να ωρύεται ηττημένος. Αν και η ατάκα που ξεστομίζει είναι γνωστή ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν δει την ταινία, δεν θα την αναφέρουμε, ούτε θα αποκαλύψουμε το φινάλε, για να μη χαλάσουμε την έκπληξη στον «παρθένο» θεατή. Θα επισημάνουμε μόνο ότι ως σύλληψη επικυρώνει τον προειδοποιητικό χαρακτήρα του έργου, καθώς ενέχει ένα δομικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης: τη ροπή προς την αυτοκαταστροφή.

Ευτυχώς τώρα που καταφέραμε να φτάσουμε μέχρι το σωτήριο έτος 2022 Μ.Χ. μπορούμε να πούμε ότι, προς το παρόν, η ταινία έχει πέσει έξω στις πιο ζοφερές προβλέψεις της. Γενικά, όταν παρακολουθείς σχετικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας του παρελθόντος σήμερα, που «το μέλλον είναι τώρα», όπως έλεγε εκείνη η κλισέ ατάκα, έχει μεγάλο ενδιαφέρον να εξετάζεις ποιο σκέλος της επιστημονικής φαντασίας, έπαψε να είναι τέτοιο – φαντασία. Και η πραγματικότητα του «Soylent Green» είναι ακόμα μακριά από τη δική μας.

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”MADRES PARALELAS”, ΤΡΙΤΗ 25/04/2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

 

Παράλληλες Μητέρες

Madres Paralelas

του Πέδρο Αλμοδόβαρ

O Πέδρο Αλμοδόβαρ, πιο πολιτικός από ποτέ, αφιερώνει ακόμη μια φορά στη μητρότητα. Βραβείο γυναικείας ερμηνείας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας για την Πενέλοπε Κρουζ.

Δύο ανύπαντρες έγκυες γεννούν την ίδια μέρα. Λίγους μήνες μετά και με αφορμή μια τυχαία παρατήρηση για τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του βρέφους, η μία από αυτές ανακαλύπτει ότι δεν είναι η βιολογική μητέρα του μωρού με το οποίο έφυγε από τα μαιευτήριο. Αναζητά την άλλη γυναίκα με το φόβο ότι έχει γίνει ένα χοντρό λάθος. Στην πορεία προστίθενται μία τραγική απώλεια, ένας λεσβιακός έρωτας, αλλεπάλληλα τεστ DNA, το συλλογικό τραύμα του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, οι νεκροί που ζητούν τη λύτρωση μέσα από την ιστορική δικαίωση, οι ζωντανοί που ψάχνουν τις απαντήσεις. Όλο αυτό θα μπορούσε να είναι μία κακόγουστη σαπουνόπερα. Ή η νέα ταινία του Πέδρο Αλμοδόβαρ. Ευτυχώς για όλους μας είναι το δεύτερο.

Αμετάκλητα πλέον στο πάνθεον του ισπανικού και του παγκόσμιου σινεμά, ο Αλμοδόβαρ δεν χρειάζεται στην έβδομη δεκαετία της ζωής του να αποδείξει τίποτα και σε κανέναν, συνεχίζει ωστόσο να κινηματογραφεί με το ίδιο πάθος των πρώτων ημερών της movida. Σ’ αυτή την ύστερη, πιο ώριμη, περίοδο κάθε ταινία του είναι μια ακόμα αποθέωση (στυλιστική, θεματική, αισθητική) των εμμονών του, δεν χάνει όμως ποτέ την αιχμή του. Στις «Παράλληλες Μητέρες», μάλιστα, γίνεται πιο πολιτικός από ποτέ. Ίσως γιατί στη δύση της ζωής του συνειδητοποιεί ότι για να αλλάξεις το μέλλον πρέπει να συμφιλιωθείς με το παρελθόν. Και να κλείσεις τις πληγές του.

Κι αν η μητρότητα είναι από τα βασικά θέματα-φετίχ που διατρέχουν ολόκληρη τη φιλμογραφία του, από το «Μια Ζωή Ταλαιπωρία» μέχρι φυσικά το «Όλα για τη Μητέρα μου», εδώ γίνεται μια ξεκάθαρα πολιτική πράξη αλληλεγγύης και προσφοράς, ένας δεσμός που ξεπερνά την επιστημονική νομοτέλεια του ανθρώπινου γονιδιώματος και γίνεται κάτι βαθύτερο, ένας συνεκτικός δεσμός που καθιστά τη γυναικεία μορφή θεματοφύλακα της ιστορικής μνήμης. Και τον σκηνοθέτη μια παράλληλη μητέρα με τις ηρωίδες του.

Η Γιάνις, εξάλλου, είναι μια αρχετυπικά αλμοδοβαρική ηρωίδα. Είναι εκείνη που ψάχνει σε πείσμα όλων έναν ομαδικό τάφο γεμάτο από τα πτώματα εκτελεσθέντων Δημοκρατικών του Εμφυλίου, μεταξύ των οποίων ο παππούς της. Εκείνη που αποφασίζει να κρατήσει το παιδί με τον παντρεμένο ανθρωπολόγο που θα τη βοηθήσει με την εκσκαφή και την ταυτοποίηση και να το μεγαλώσει μόνη της, γιατί «είναι παράδοση στην οικογένειά της οι γυναίκες να ανατρέφουν μόνες τα παιδιά τους». Εκείνη που θα θελήσει να μάθει όλη την αλήθεια για την ταυτότητα της κόρης της και θα θυσιάσει την ευτυχία της για να προχωρήσει μπροστά. Εκείνη που θα δώσει στην Πενέλοπε Κρουζ την ευκαιρία να αποδείξει για άλλη μια φορά πόσο πολύτιμο ερμηνευτικό όργανο μπορεί να γίνει στα χέρια του σκηνοθέτη που την ανέδειξε.

Με έναν ολόκληρο αστερισμό από γνώριμες και μη μορφές, μεταξύ των οποίων η πάντα έτοιμη να κλέψει την παράσταση Ρόσι Ντε Πάλμα, με μία χρωματική παλέτα που αγκαλιάζει όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου και υπογραμμίζει τη συναισθηματική πορεία προς την κάθαρση, με την απρόβλεπτα χιτσκοκική μουσική επένδυση του Αλμπέρτο Ιγκλέσιας και μια ερωτική σκηνή ανθολογίας με υπόκρουση του Summertime της Τζάνις Τζόπλιν (η οποία, άλλωστε, ήταν η πηγή έμπνευσης για το όνομά της ηρωίδας), και με ένα συγκλονιστικό τελευταίο δεκάλεπτο, ικανό να σου φέρει δάκρυα στα μάτια, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ κάνει κάτι τελικά παραπάνω από μια (υπέροχη) ταινία. Δημιουργεί ένα safe place και ανοίγει μια κινηματογραφική αγκαλιά. Σαν μια μητέρα. Παράλληλη ή μη.

 

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”THE BANSHEES OF INISHERIN”, ΤΡΙΤΗ 21/03/2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

 

Τα Πνεύματα του Ινισέριν

The Banshees of Inisherin

του Μάρτιν ΜακΝτόνα

Η νέα ταινία του Μάρτιν ΜακΝτόνα δεν είναι τίποτα λιγότερο από σπουδαία. Με έναν εξαιρετικά αστείο, απολαυστικό κι εξαιρετικά θλιμμένο τρόπο. 9 υποψηφιότητες για Όσκαρ, ανάμεσα στις οποίες Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου και υποψηφιότητες για τους τέσσερις βασικούς ηθοποιούς της

Πέντε χρόνια μετά τον Θρίαμβο του «Οι Τρεις Πινακίδες Εξω από το Εμπινγκ, στο Μιζούρι», ο Μάρτιν ΜακΝτόνα επιστρέφει, επανενώνοντας τους πρωταγωνιστές του στο «Αποστολή στη Μπριζ», Κόλιν Φάρελ και Μπρένταν Γκλίσον σε μια ακόμη απολαυστική, ιδιοφυή, κατάμαυρη κωμωδία που οδεύει νομοτελειακά προς το δραματικό, επιβεβαιώνοντας πως συχνά «τα πολλά γέλια φέρνουν κλάματα».

Τοποθετημένη στο πλασματικό απομονωμένο νησί του Ινίσεριν, κοντά στις ακτές της Ιρλανδίας το 1923, η ταινία πιάνει την αρχή της αφήγησής της, την μέρα που ο Κολμ, ανακοινώνει στον κολλητό του Πάρικ πως δεν θέλει πια να είναι φίλοι και πως θα πρέπει να σταματήσει να του μιλά. «Απλά δεν σε συμπαθώ πια» του λέει, όταν ο Πάρικ προσπαθεί να καταλάβει για ποιο λόγο δεν μπορούν να πίνουν πλέον τις μπίρες τους μαζί κάθε απόγευμα στις δύο. Ο Κολμ είναι αποφασισμένος πως δεν έχει χρόνο για άσκοπες πολυλογίες και ανούσιες κουβέντες, προτιμά να περάσει τα χρόνια που του απομένουν μέχρι να πεθάνει, συνθέτοντας μουσική, θέλοντας να αφήσει πίσω του κάτι που θα κάνει τους ανθρώπους να τον θυμούνται. «Κανείς δεν θυμάται κάποιον μόνο και μόνο επειδή ήταν καλός άνθρωπος» λέει.

Κι όταν ο Πάρικ επιμένει να προσπαθεί να χτίσει γέφυρες, για να αναθερμάνει την φιλία τους, ο Κολμ τον απειλεί πως για κάθε φορά που θα τον ενοχλεί, για κάθε φορά που θα του ξαναμιλήσει, θα κόβει ένα δάχτυλο του χεριού του με ένα κλαδευτήρι. Μια απειλή που απροσδόκητα, θα κάνει σύντομα πράξη, κάνοντας τον Πάρικ να καταλάβει ότι δεν αστειεύεται, αλλά όχι και να τον πείσει να σταματήσει να προσπαθεί να τον κερδίσει ξανά.

Σύντομα, το τέλος της σχέσης τους, θα εμπλέξει στο δράμα του ολόκληρο το μικρό χωριό τους, δίνοντας στον ΜακΝτόνα την ευκαιρία να παρουσιάσει μια σειρά από εξαιρετικά καλοσχεδιασμένους χαρακτήρες, που κεντούν πάνω σε ένα άψογο σενάριο και διαλόγους που δεν χτυπούν ούτε μια λάθος νότα. Το φιλμ ξεκινά απολαυστικά, ανυψώνει την ιστορία του στο πεδίο της πιο πνευματώδους κωμωδίας, αφήνοντας χώρο στην ανάσα μιας υπαρξιακής μελαγχολίας να γίνεται όλο και πιο βαριά καθώς η ώρα προχωρά και τα πράγματα σοβαρεύουν.

Οριοθετώντας με αποφασιστικότητα το δικό της ύφος κάπου ανάμεσα στο φολκλόρ, την λαϊκή κωμωδία και το υπαρξιακό δράμα, κατορθώνει να φωτίσει ένα συναρπαστικό πορτρέτο μιας κοινότητας και της ψυχολογίας ενός ολόκληρου λαού και μαζί να εξερευνήσει μια σειρά από πυκνότερες ιδέες: Οι διαφορετικοί τρόποι να βλέπεις και να ζεις την ζωή σου, η αξία της χειροπιαστής στιγμής απέναντι στην φευγαλέα αιωνιότητα, η περηφάνια και οι προκαταλήψεις, η ρευστή φύση της αγάπης, οι δεσμοί που χτίζεις με έναν τόπο και ο τρόπος που αυτός μπορεί να γίνει φυλακή, είναι μερικά μόνο από αυτά για τα οποία μιλούν τα «Πνεύματα του Ινισέριν», με τον δικό του απροσδόκητο μα πάντα αποτελεσματικό τρόπο.

Με φόντο τον Ιρλανδικό Εμφύλιο που μαίνεται στην αντίπερα όχθη, το φιλμ, ακολουθεί μια μικρότερου βεληνεκούς αλλά όχι ήσσονος σημασίας σύγκρουση ανάμεσα στους δύο ήρωές της και στην νοοτροπία τους για την ζωή, μια σύγκρουση που λαμβάνει χώρα στο σημείο όπου το ρεαλιστικό συναντά το παράλογο και το γκροτέσκο το αφοπλιστικά τρυφερό. Χτισμένη από σκηνές που η κάθε μια είναι πιο πετυχημένη από την άλλη και που ο τόνος τους κυμαίνεται από το αληθινά αστείο έως το συντριπτικά επώδυνο, η ταινία οδεύει με απόλυτο έλεγχο προς ένα αναπόφευκτο φινάλε, νικώντας κάθε σου συναισθηματική άμυνα μη αφήνοντάς σου άλλη επιλογή από τα παραδοθείς στην μελαγχολική της πνοή που διαποτίζει κάθε πλάνο σαν την υγρασία του τόπου όπου διαδραματίζεται.

 

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ΄΄ INVESTIGATION OF A CITIZEN ABOVE SUSPICION”, ΤΡΙΤΗ 07/03/2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

«Υπεράνω Πάσης Υποψίας» (1970) του Έλιο Πέτρι

Indagine su un Cittadino al di Sopra di Ogni Sospetto
Ιταλία 1970
Σκηνοθεσία:
 Έλιο Πέτρι Σενάριο: Έλιο Πέτρι, Ούγκο Πίρο Φωτογραφία: Λουίτζι Κουβέιλλερ Μουσική: Ένιο Μορικόνε Πρωταγωνιστούν: Τζιαν Μαρία Βολοντέ, Φλορίντα Μπόλκαν, Σέρτζιο Τραμόντι, Οράτσιο Ορλάντο, Τζιάνι Σαντούτσιο, Σάλβο Ραντόνε

Από τους «Καταραμένους» (1969) του Βισκόντι και τον «Κομφορμίστα» του Μπερτολούτσι (1970) μέχρι το «Σαλό, 120 Μέρες στα Σόδομα» (1975) του Παζολίνι, το ιταλικό σινεμά βρίθει από ζοφερές απεικονίσεις της εξουσίας ως εκφάνσεις φασιστικής ιδεολογίας και πολυτελούς παρακμής. Πιο κοντά στη φιλοσοφία αλλά και στην αισθητική του δεύτερου, το «Υπεράνω Πάσης Υποψίας» («Investigation of a Citizen Above Suspicion») ποζάρει παραπλανητικά ως θρίλερ αστυνομικού μυστηρίου, με τη σημαντική λεπτομέρεια ότι γνωρίζουμε από την αρχή τον ένοχο.

Ο Τζιαν Μαρία Βολοντέ υποδύεται έναν επιθεωρητή αστυνομίας ο οποίος χρίζεται υπεύθυνος μυστικής αστυνομίας που αναλαμβάνει την κατάπνιξη κάθε ανατρεπτικού στοιχείου. Στην εναρκτήρια σεκάνς επισκέπτεται την ερωμένη του (Φλορίντα Μπόλκαν), η οποία τον υποδέχεται με την ερώτηση «Πώς θα με σκοτώσεις αυτή τη φορά;». «Θα κόψω τον λαιμό σου», απαντά εκείνος, και λίγο αργότερα, εν μέσω ερωτικών περιπτύξεων, θα πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του.

Η σαδομαζοχιστική σχέση τους (που ξετυλίγεται μέσα από εκτεταμένα φλας μπακ που περιγράφουν τις συναντήσεις τους ως αναπαραστάσεις εγκλημάτων που αυτός έχει διαλευκάνει, με εκείνη να υποδύεται το θύμα) είναι μόνο ένα κομμάτι του καθηλωτικού παζλ που κατασκευάζει ο Πέτρι, θέτοντας στο στόχαστρο του τη διαφθορά και την αλαζονεία της εξουσίας. Η απόλυτη ταύτιση της επίσημης αστυνομίας με τον φασισμό εκφράζει τις αντικαθεστωτικές πεποιθήσεις του δημιουργού και αντικατοπτρίζει τα δρακόντεια μέτρα καταστολής των ιταλικών κυβερνήσεων της εποχής.

Αφού διαπράξει με παγερή ψυχραιμία τη δολοφονία, ο ήρωας τοποθετεί εσκεμμένα στον τόπο του εγκλήματος ενοχοποιητικά για τον ίδιο στοιχεία, πεπεισμένος ότι αποτελεί πολίτη υπεράνω υποψίας. Αργότερα θα επιστρέψει με την επίσημη ιδιότητά του, μανιπουλάροντας τους συναδέλφους του αλλά και τα μίντια, κατασκευάζοντας μάρτυρες και σπρώχνοντας στα άκρα τα όρια του απυρόβλητου της θέσης του. Καθώς βυθίζεται ολοένα και πιο βαθιά στην ψευδαίσθηση ότι τίποτα δεν μπορεί να τον αγγίξει, ένα τρομακτικό ερώτημα αναδύεται: Μήπως όλο αυτό δεν αποτελεί απλά τη φαντασίωση ενός παρανοϊκού μυαλού, αλλά μία πιθανή πραγματικότητα; Ή μήπως στόχος είναι να προκαλέσει την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού;

Με συμμάχους τη σαρδόνια ερμηνεία του Βολοντέ και ένα από τα πιο εκκεντρικά σάουντρακ του Ένιο Μορικόνε, ο Πέτρι κινηματογραφεί με μια αεικίνητη κάμερα αυτή τη σύνθετη, αντεστραμμένη καφκική παραβολή, που λειτουργεί εξίσου ως ψυχολογικά ακριβές πορτρέτο ενός χαρισματικού ψυχοπαθή και ως αιχμηρό πολιτικό σχόλιο πάνω στην ίδια την ψυχοπαθολογία της εξουσίας.

 

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”ADU”, ΤΡΙΤΗ 21/02/2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

Τρεις ανεξάρτητες δραματικές κατά βάση ιστορίες με ένα κοινό φόντο, την Αφρική και τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις.

Στην μια ιστορία ο Αντού (του τίτλου) προσπαθεί να ξεφύγει από κυνηγούς ελεφάντων, που τους έχει δει να σκοτώνουν εν ψυχρώ έναν από τους τελευταίους που έχουν απομείνει στο χωριό Μπούμα του Καμερούν, για να πάρουν τους χαυλιόδοντες που θεωρούνται «ευγενές» υλικό μεγάλης αξίας. Ο μικρός Moustapha Oumarou, που παίζει για πρώτη φορά είναι εξαιρετικός ως Αντού που περνάει τα πάνδεινα για να βρεθεί σε έναν καλύτερο κόσμο.

Στη δεύτερη ιστορία έχουμε την τυπική σχέση πατέρα και κόρης. Εκείνος, ο Γκονζάλο (πολύ καλός ο Luis Tosar που τον γνωρίζουμε από τα φιλμ «Κελί 211», «Ο θυρωρός» και «Μέσα απ’ τα μάτια σου») είναι Ισπανός ταγμένος στην προστασία των ελεφάντων. Φτάνει αργά στο Μπούμα με αποτέλεσμα να μην προλάβει να σώσει τον τελευταίο ελέφαντα, που ο Αντού έχει δει να τον σκοτώνουν. Εκείνη, η Σάντρα (Anna Castillo) είναι μαζί του, έχει μόλις ενηλικιωθεί, «τα ξέρει όλα» και θέλει να ζήσει μόνη της σε έναν σκληρό κόσμο. Ο πατέρας την φροντίζει και εκείνη θεωρεί ότι καταπιέζεται και αντιστέκεται. Κλασικά.

Στην τρίτη ιστορία, έχουμε τον Ματέο (Álvaro Cervantes) της Ισπανικής Πολιτοφυλακής, ο οποίος έχει καθήκον να προστατεύει τα σύνορα μεταξύ της Μελίγια που βρίσκεται στη Βόρεια Αφρική, αλλά ανήκει στην Ισπανία. Υπηρετεί κοντά στα συρματοπλέγματα που παρεμποδίζουν την είσοδο. Κατά τη διάρκεια μιας μαζικής απόπειρας εισόδου μεταναστών, την ώρα που οι Αφρικανοί είναι σκαρφαλωμένοι στο συρματόπλεγμα, ένας συνάδελφος του Ματέο χτυπάει με το κλομπ στο κεφάλι έναν μετανάστη που πέφτοντας στο έδαφος πεθαίνει, προκαλώντας την οργή στους υπόλοιπους. Τα επεισόδια γενικεύονται και ο συνάδελφός του περνάει πειθαρχικό με μάρτυρα υπεράσπισης τον Ματέο. Δύσκολο.

Από τις τρεις ιστορίες η τρίτη είναι και η πιο αδύναμη. Το μεταναστευτικό είναι δύσκολο, όταν παίζονται παιχνίδια κοντά στα συρματοπλέγματα. Οι άλλες δύο είναι λίγο πιο δυνατές, έχουν δράση και παράλληλα είναι συγκινητικές. Διαθέτουν και καλύτερες ερμηνείες. Εκπέμπουν βέβαια κάποιο διδακτισμό, αλλά τι να κάνουμε; Ο κόσμος που εμείς έχουμε μάθει να ζούμε, δεν είναι κάτι αυτονόητο και δεδομένο, οπότε καλό είναι να δείχνονται μερικά πράγματα.

Συνολικά, η ταινία είναι καλοσκηνοθετημένη, με αρκετά καλές ερμηνείες και εξαίρετη φωτογραφία του Sergi Vilanova Claudín.

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”TRIANGLE OF SADNESS”, ΤΡΙΤΗ 07/02/2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

«Triangle of Sadness» του Ρούμπεν Εστλουντ.

Ο βραβευμένος με τον Χρυσό Φοίνικα Σουηδός σε αντικαπιταλιστική (λογο)διάρροια. Διαβάστε τη γνώμη του Flix για την ταινία που κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα του 75ου Φεστιβάλ Καννών.

Ο Ρούμπεν Εστλουντ έχει ήδη αποδείξει (εξαιρετικά με το «Force Majeure», αλαζονικά με το «Τετράγωνο» που του χάρισε τον Χρυσό Φοίνικα το 2017), ότι είναι ένας αιχμηρός παρατηρητής της νεοφιλελεύθερης κοινωνίας του πλούτου και της υποκρισίας, ένας οξυδερκής no-bullshiter της ταξικής σάτιρας. Η νέα του ταινία, το «The Triangle of Sadness», γυρισμένη κατά το ήμισυ στην Ελλάδα, κινείται στο ίδιο κριτικό πλαίσιο, με σεναριακές ταλαντώσεις που μπορεί να προκαλέσουν ναυτία, με εμετούς και ευκοίλια ικανά ν’ αλλάξουν το χρώμα της θάλασσας, με ανθρωπιστική, σοσιαλιστική ιδεολογία που υπογραμμίζει μέχρι τελικής πτώσεως

Κεντρικοί ήρωες, ο Καρλ και η Γιάγια, στην αρχή τουλάχιστον. Ο Καρλ είναι ένα νεαρό μοντέλο που, με αφορμή μια άβολη οντισιόν (το «τρίγωνο της θλίψης», η ρυτίδα ανάμεσα στα φρύδια του, μοιάζει να χρειάζεται botox!), συνειδητοποιεί ότι η καριέρα του φθίνει. Η κοπέλα του, η Γιάγια, επίσης μοντέλο αλλά και πετυχημένη influencer, βρίσκεται σε άνοδο. Μετά από έναν (απολαυστικό) τσακωμό, για να εξιλεωθεί, η Γιάγια προτείνει στον Καρλ να πάνε μια κρουαζιέρα – δώρο, φυσικά, των followers της. Έτσι και θα γίνει, μόνο που στο κατάστρωμα και τη σάλα του γιοτ (που δεν είναι άλλο από το «Christina O» του Ωνάση), ο Καρλ και η Γιάγια θα έρθουν σ’ επαφή με τους εκπροσώπους των υπερ-πλούσιων της Ευρώπης και με αλλεπάλληλες ιδεολογικές κενώσεις.

Αυτο που ξεκινά σαν μια σάτιρα του κόσμου της μόδας και της ομορφιάς, γενικεύεται στην πορεία για να συμπεριλαμβάνει την τάξη των προνομίων και των χρημάτων. Το πρώτο μέρος της ταινίας είναι στ’ αλήθεια διασκεδαστικό και εύστοχο. Ο καυγάς των δυο μοντέλων για το ποιος, τελικά και γιατί, θα πληρώσει το λογαριασμό του εστιατορίου γίνεται αυτόματα σημείο αναφοράς της ποπ κουλτούρας. Η σκηνή όπου ο Καρλ δεν βρίσκει πώς ανάβει η αναθεματισμένη λάμπα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου φέρνει δάκρυα από γέλια στα μάτια.

Το ύφος όταν το ζευγάρι ανεβαίνει στο γιοτ, αλλάζει. Το φως γίνεται πιο σκληρό, οι χώροι πιο άδειοι, πιο «επιλεκτικοί». Οι ήρωες (περισσότερο «τύποι», οριακά καρικατούρες), που ο Εστλουντ θέλει για επιβάτες είναι ταυτόχρονα ενδεικτικοί αλλά και συμβολικοί. Εδώ χτίζει μια «πολιτεία» του πλούτου και το υπόστρωμα που θα την ανατρέψει. Το ζευγάρι των Βρετανών οπλεμπόρων που λέγεται Γουίνστον και Κλέμενταϊν, συμπυκνώνει με δυο ονόματα τον ευρωπαϊκό επεκτατισμό, η αφόρητη Ρωσίδα κυρία θέλει σώνει και καλά να διδάξει την επανάσταση στους καμαρότους, αναγκάζοντάς τους ν’ αφήσουν τη βάρδια και να κολυμπήσουν, ο άντρας της είναι ένας χυδαίος ολιγάρχης, η επικεφαλής του προσωπικού μια αυταρχική, συμπλεγματική, αλλά απαρέγκλιτα ευγενική Σκανδιναβή, η Φιλιππινέζα καθαρίστρια Αμπιγκεϊλ κρατά καλά κρυμμένους τους άσους στο μανίκι της.

Κάπου στη μέση της ταινίας, γίνεται η ανατροπή (κάπου εκεί, η δράση μεταφέρεται, χωρίς να ονοματίζεται, στην Ελλάδα, στην Εύβοια και στην Ηλεία, με την υπογραφή της Heretic στη συμπαραγωγή και με τη συμμετοχή του μοναδικού Ελληνα ηθοποιού στο καστ, του μεσογειακά γοητευτικού Τιμολέοντα Γκέτσου). Το πλοίο αρχίζει να κουνάει και η κοινωνική δομή συντρίβεται συθέμελα. Το επίσημο δείπνο προκαλεί κοινωνική δηλητηρίαση, ο ίδιος ο καπετάνιος (ο Γούντι Χάρελσον στο ρόλο που, έτσι κι αλλιώς, έχει γεννηθεί για να παίζει) αναλώνεται σε μια εξαντλητική κόντρα με τον Ρώσο ολιγάρχη για το ποιος είναι πιο κομμουνιστής και η σκατοθύελλα έρχεται, παρέα με την εμετοπλημμύρα. Από εκεί και μετά, τίποτε δεν θα είναι ίδιο: το πλοίο εγκαταλείπεται, οι επιβάτες καταλήγουν σε μια ερημική παραλία (πρωταγωνίστρια η Χιλιαδού με τον επιβλητικό βράχο της) και το αγαπημένο, ασφαλές status quo καταρρέει.

Και κάπως έτσι, σε δυο διακριτά μέρη, το «τρίγωνο της θλίψης» γίνεται «τετράγωνο» του… προλεταριάτου. Το πρώτο φωτογενές (αυτό είναι και το νόημά του, άλλωστε), ρυθμικό, το δεύτερο πιο μπερδεμένο σε ομόκεντρους κύκλους που όλο και διευρύνονται χάνοντας το κύριο νόημά τους και επιβραδύνοντας το ρυθμό τους. Η ενέργεια μειώνεται, η δράση σκουντουφλά στα βότσαλα, κάποια «πηδήματα» στο σενάριο μένουν ανεξήγητα, ακόμα και στο πλαίσιο του ότι όσα συμβαίνουν παίζουν μεταξύ ρεαλισμού και συμβολισμού.

Το «Τρίγωνο» είναι μια ταινία ανοιχτή στο ευρύ κοινό, το σκατολογικό χιούμορ πάντα ενθουσιάζει μια μερίδα θεατών, η πολιτική ματιά του είναι ξεκάθαρα υπέρ του αδυνάτου, έστω κι αν οι ιδέες του Εστλουντ διατυπώνονται απλουστευμένες, αλλά και με μια επίμονη, ακόμα και φλύαρη διατύπωσή τους. Σ’ ένα διασκεδαστικό ραντεβού του «Swept Away» (μάλλον του Γκάι Ρίτσι με τη Μαντόνα, παρά της Λίνα Βερτμίλερ), με το «Μεγάλο Φαγοπότι» του Φερέρι, όλα ξεπερνούν ελαφρώς το όριο, από τη δυσπεψία των επιβατών, ως την επιθυμία του Εστλουντ να είναι υπερσίγουρος ότι έχουμε καταλάβει, πάρα πολύ καλά κι αναλυτικά, εκείνο που θέλει να μας πει. Το οποίο, όμως, είναι αυτονόητο εξαρχής, καμουφλαρισμένο σε λαϊκή κωμωδία, εκτεθειμένο στον καυτό ήλιο, πιο προφανές κι από την πιο βαθιά ρυτίδα.