Απο <> άρθρο συλληφθέντα, κολλητού ΜΑΤατζή, που έφαγε κλωτσιές απο τους συναδέλφους του κολλητού, και του φόρτωσαν και τσάντα με μολοτοφ.
Τι άλλο θα ακούσουμε πια!
Έχει γίνει τόσο σιχνή η πρακτική του φορτώματος τσάντας σε προσαχθέντα απο πορεία που τις φορτώνουν και στους δαρμένους φίλους τους.
Πως λέγεται όμως η μονάδα της ΕΛΑΣ που τις κατασκευάζει και τις διανέμει. Στον προυπολογισμό ποιάς υπηρεσίας χρεώνονται τόσες τσάντες, μπουκάλια, και βενζίνες;
Τι μίζα υπάρχει για αυτές τις προμήθειες άραγε.
Αυτό το σύστημα δε θεραπεύεται, ανατρέπεται και ξεπερνιέται σαν ένας κακός ανθρώπινος εφιάλτης.
Οι προστάτες των Πο(μαχαιροβγαλτών, φασιστών, πρεζέμπρορων, και νταβατζήδων)λΗτων στο έργο τους:
«Μου φόρτωσαν σακίδιο με μολότοφ» Της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΔΑΜΑ
«Εδωσα αίμα για τους αστυνομικούς που χτύπησαν στου Ρέντη. Ενας κολλητός μου είναι ΜΑΤατζής που δούλευε στην πορεία. Και με κατηγορούν ότι πήγα στην πορεία για να τους χτυπήσω. Συνέλαβαν τον πιο άσχετο».
Ο 21χρονος Φώτης Δήμου, που τελείωνε την πτυχιακή του στο ιατρικό εργαστήρι των ΤΕΙ Αθηνών, προφυλακίστηκε μετά την πορεία της περασμένης Τετάρτης.
Οπως περιγράφει, «στις 11 το πρωί, μαζί με τους Βασ. Αθανασόπουλο, Δημ. Αλεξίου και Δημ. Λάμπρη φύγαμε με το αυτοκίνητο από το Γαλάτσι, το αφήσαμε στην Πανόρμου και μπήκαμε στο Μετρό. Οταν βγήκαμε, πέρναγε η πορεία του ΠΑΜΕ. Κατεβήκαμε τη Σταδίου ψάχνοντας για γνωστούς. Γινόταν χαμός, δεν βρίσκαμε κανέναν. Μπήκαμε στο μπλοκ του κινήματος “Δεν πληρώνω”. Κι ακολουθήσαμε την πορεία μέχρι το Σύνταγμα».
Ολα συνέβησαν τη στιγμή που ο κόσμος αποχωρούσε: «Κατεβαίνοντας την Πανεπιστημίου για να φύγω, πήρα τη μητέρα μου τηλέφωνο για να μην ανησυχεί. Κοίταξα τις αναπάντητες κλήσεις της στο κινητό. Η ώρα ήταν 1.33. Ακούω εκρήξεις. Ενα τεράστιο μπουλούκι αναρχικών κατέβαινε από το Σύνταγμα προς το μέρος μου. Ολοι έτρεχαν. Και πίσω μας τα ΜΑΤ. Φορούσα μια μπλούζα και το παντελόνι της φόρμας. Και μια ιατρική μάσκα κρεμασμένη προληπτικά στο λαιμό. Μπροστά μου ήταν ο Βασ. Αθανασόπουλος. Του δίνω την ταυτότητα, το δίπλωμα, το πάσο και το κλειδί του αυτοκινήτου να μη μου πέσουν».
Προβλέποντας τι θ’ ακολουθούσε: «Ξαφνικά άρχισαν να επιτίθενται τα ΜΑΤ από δεξιά κι αριστερά. Ρίχνοντας πολλά χημικά μέσα στον κόσμο. Πανικοβλήθηκα. Ζαλίστηκα κι έπεσα κάτω. Προσπαθώντας να σηκωθώ έφαγα την πρώτη κλοτσιά από έναν ΜΑΤατζή. Είδα πολλούς επάνω μου, δεν θυμάμαι πόσους. Με χτυπούσαν. Κλοτσιές στο κεφάλι, σ’ όλο το σώμα. Με ψέκαζαν στο πρόσωπο με χημικά. Ο ένας με τραβάει στο πεζοδρόμιο. Ουρλιάζοντας “κάτσε κάτω. Σκάσε. Τα χέρια πίσω”. Μου φόρεσε χειροπέδες. Ενας άλλος κουβαλάει ένα σακίδιο. “Τι είναι αυτό ρε; Για να δούμε ρε τι έχει μέσα”. Απάντησα πως δεν είναι δικό μου. Το άνοιξε. Είχε μολότοφ».
Ο εξευτελισμός: «Με σέρνανε στην Πανεπιστημίου μέχρι τα Χαυτεία. Με πετάγανε πάνω στα κολονάκια. Μία ολόκληρη διμοιρία με χτυπούσε βρίζοντας: “Βρομιάρη, μαλάκα, σκάσε. Θα σε γα……. στη φυλακή σκουπίδι”. Επειδή φώναζα ότι δεν είναι δικά μου. Ο ψηλός από δεξιά απαντάει “δεν πειράζει. Ενα δωράκι από μας…”. Στα Χαυτεία περίμενα γονατιστός μέχρι να έρθει το περιπολικό. Οταν με χτυπούσαν θυμάμαι που φώναξε ένας “μην τον ακουμπάτε, κάμερες”».
Οι κατηγορίες: «Βρίσκομαι προφυλακισμένος στη ΓΑΔΑ, στον 7ο όροφο. Ανάμεσα σε κατηγορούμενους για ληστείες και ναρκωτικά. Μας έφεραν όλους μαζί, αλλά κράτησαν μόνο εμένα. Δεν πίστευα ότι μπορεί να μου συμβεί. Είπαν ότι αντιστάθηκα στη σύλληψη, ενώ με κλοτσούσαν στο κεφάλι και με ψέκαζαν. Με κατηγορούν για την ιατρική μάσκα. Και για μια τσάντα με μολότοφ που δεν είναι δική μου».