Το εκπαιδευτικό σύστημα λειτουργούσε ανέκαθεν στην Ελλάδα σαν μια προπαρασκευαστική μηχανή τυποποιημένων πολιτών, σύμφωνα με τις αρχές και το είδος των κυβερνήσεων ή των διαφόρων μορφών πολιτεύματος, που επικρατούσαν στον Ελλαδικό χώρο. Το σύστημα αυτό, της κομποστοποιημένης εκπαίδευσης, παρατηρείται από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση και συνεχίζεται μέχρι την λήξη της σπουδαστικής σταδιοδρομίας του μαθητή- σπουδαστή.
Αξιοπρόσεχτο είναι δε ότι οι κυβερνήσεις κόβουν και ράβουν τα προκριματικά αυτά στάδια της εκπαίδευσης στα μέτρα τους έτσι ώστε η παραγωγή των πολιτών της να είναι όσο το δυνατό εκμεταλλεύσιμη, αξιόπιστη, υπάκουη, παραγωγική και κυρίως να μην αντιστέκεται και να μην παίρνει αποφάσεις για την τύχη της.
Βέβαια η εκμετάλλευση δεν ξεκινά από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά από τα πρώτα στάδια της παιδείας που περνούν στο υποσυνείδητο ενός μαθητή- παιδί, μαθαίνοντάς τον να αξιολογείται και να μένει καθηλωμένος σ’ αυτά που του επιβάλλουν πριν μάθει να αντιδρά και χωρίς να έχει διαμορφώσει τον χαρακτήρα του. Αυτό παρατηρείται σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης (ακόμα και στην πρωτοβάθμια), και αυτοί που αναλαμβάνουν να επιτελέσουν και να μεταμορφώσουν το καλούπι αυτό σύμφωνα με τα δεδομένα της εκάστοτε κυβέρνησης, είναι οι καθηγητές.
Οι καθηγητές λοιπόν είναι ο σημαντικότερος παράγοντας επιρροής και αντίληψης της μετάδοσης της γνώσης προς τους μαθητές, συνεπώς και η κυριότερη αιτία διαμόρφωσης του εκπαιδευτικού χαρακτήρα ενός μαθητή.
Ένας μαθητής στα σχολεία, με το υπάρχον σύστημα εκπαίδευσης, μαθαίνει να αξιολογείται, να ανταγωνίζεται τους εταίρους του, να συγκρίνεται με αυτούς με σκοπό την υπεροχή του, ώστε να διαχωριστεί, να εντυπωσιάσει τον καθηγητή, και αργότερα να επιτύχει στις πανελλήνιες εξετάσεις και να συνεχίσει την καριέρα του, πάντοτε με τον φόβο της αποτυχίας και του περαιτέρω «αποκλεισμού» από την κοινωνία.
Ο καθηγητής είναι αυτός που δίνει το στίγμα του διαχωρισμού σε καλούς και κακούς μαθητές, σε έξυπνους και χαζούς μετατρέποντας τους σε βαθμούς και μέσους όρους, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό και την απομόνωση κάποιων εξ αυτών. Μ’ αυτόν τον τρόπο γεννιέται μέσα σε μια αίθουσα η ταξικότητα, ο διαχωρισμός, ο ανταγωνισμός, οι διακρίσεις και γενικότερα ο ρατσισμός. Ο καθηγητής λοιπόν είναι αυτός που διαχωρίζει κάποιον από το σύνολο και του «κολλάει τη ρετσινιά».
Φανταστείτε λοιπόν ένα καθηγητή που δεν έχει όρεξη να διδάξει (κάποιος αργόσχολος που περιμένει να έρθει η ώρα της σύνταξης ή ήδη συνταξιούχος που συμπληρώνει τα προς το ζην ή απλά δεν έχει όρεξη)…
Έναν καθηγητή που καθορίζει τον τρόπο διδασκαλίας του βάση των πολιτικών πεποιθήσεων ή των αρχών του, έναν καθηγητή που ασχολείται μόνο με τους «καλούς» και «συνεπείς» μαθητές των φροντιστηρίων μην έχοντας το χρόνο για περαιτέρω εξηγήσεις, που δεν έχει «χάσιμο ώρας» να ακούσει για τα προβλήματα ή τους προβληματισμούς των μαθητών, που βιοπραγεί και τιμωρεί για την επιβολή της τάξης και της ησυχίας, που εκβιάζει και λειτουργεί με εκφοβισμούς βάσει του βαθμολογικού συστήματος και της εξουσίας που του παρέχει το σύστημα ώστε να μπορεί να επιβάλλει ποινές σ’ αυτούς που δεν «συμμορφώνονται», που ωθεί τους μαθητές στο παραεκπαιδευτικό σύστημα των φροντιστηρίων, έχει δεν έχει κέρδος από αυτό. Φανταστείτε λοιπόν αυτό τον καθηγητή τι ιδέες, λογική και αντιδράσεις συμπεριφοράς θα περάσει σε έναν μαθητή ή πως θα αντιδράσει αυτός ο καθηγητής για να επιβληθεί στην τάξη ώστε να περάσει το δικό του. Βέβαια υπάρχουν και εξαιρέσεις οι οποίες αποτελούν την μειοψηφία του συνόλου των καθηγητών.
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=3586JWtQx-Q]
Ας περάσουμε σε έναν άλλο τομέα που όσο περνούν τα χρόνια εδραιώνεται όλο και περισσότερο στο εκπαιδευτικό σύστημα. Πριν μερικά χρόνια, ένας αδύνατος μαθητής για να μην μείνει πίσω σε ένα μάθημα έκανε φροντιστήρια για να μπορεί να παραμένει συνεπής σ’ αυτό. Περνώντας τα χρόνια οι ρόλοι άλλαξαν και τα φροντιστήρια έγιναν βασικό κομμάτι της εκπαιδευτικής πορείας ενός μαθητή. Είναι αξιοσημείωτο ότι η λογική αυτή των φροντιστηρίων υπάρχει πλέον ακόμη και στην πρώτη βαθμίδα εκπαίδευσης βάζοντας τον μαθητή- παιδί από πολύ μικρή ηλικία να προσαρμοστεί στη λογική του ανδρείκελου μαθητή- ρομπότ. Μεγάλο μερίδιο ευθύνης βέβαια έχουν οι γονείς καθώς οι περισσότεροι από αυτούς επιθυμούν να δουν τα βλαστάρια τους να ξεχωρίζουν, ώστε να μπορούν να τα επιδεικνύουν στον κύκλο της γειτονιάς τους. Έτσι ο ελεύθερος χρόνος είναι κάτι που σπανίζει από